Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Κεντρική Ελλάδα

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΓΚΥΡΗ ΚΑΙ ΕΓΚΑΙΡΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Ο σκηνοθέτης του “Mediterraneo: Ο νόμος της θάλασσας” Marcel Barrena, μιλάει στο ertnews.gr

Μη σας μπερδεύει ο τίτλος! Δεν πρόκειται για την ιταλική ταινία που κέρδισε Όσκαρ και πρωταγωνιστούσε η Βάνα Μπάρμπα… To «Mediterraneo» μας μεταφέρει στο φθινόπωρο του 2015, όταν δύο Ισπανοί ναυαγοσώστες, ο Òscar και ο Gerard, ταξιδεύουν στη Λέσβο ιδιαίτερα φορτισμένοι από τη φωτογραφία ενός μικρού αγοριού που πνίγηκε στη θάλασσα.

Το αρχικό τους σχέδιο ήταν να βοηθήσουν λίγες μέρες, αλλά αυτό εξελίχθηκε σε μια προσφορά πολύ μεγαλύτερης χρoνικής διάρκειας. Ο σκηνοθέτης Marcel Barrena αναμοχλεύει τις ιστορίες εθελοντών και με ενδιαφέρον σκύβει στις εξομολογήσεις τους. Από τα προσωπικά ναυάγια ξεχωρίζει να δείχνει τη σχεδία και να βοηθάει το κοινό να επιβιβαστεί.

Συνέντευξη στον Αλέξανδρο Ρωμανό Λιζάρδο

Αποφεύγετε την κριτική στους χαρακτήρες σας και τους αφήνετε να εκθέσουν τις σκοτεινές -ή λιγότερο φωτεινές- πλευρές τους. Θα θέλατε να μου εξηγήσετε το λόγο;

-Η σεναριακή δομή της ταινίας είναι τρίπρακτη. Σχετικά με τους χαρακτήρες, η ιδέα ήταν να δείξουμε με τους πιο ρεαλιστικούς τρόπους, τα ελαττώματά τους. Εννοώ, ήταν ήρωες, αλλά είχαν ατέλειες όπως και όλοι οι άνθρωποι, που κάνουν καλά πράγματα. Έπρεπε λοιπόν να τους γνωρίσουμε σταδιακά. Και για μένα ήταν πολύ σημαντικό να επιτύχω αυτό το μαγικό ρεαλισμό, -μέγιστο και μαγικό- μέσα σε μια κλασική δομή. 

Για ποιο λόγο επιλέξατε την Ελλάδα, όχι μόνο ως τόπο αφήγησης της ιστορίας, αλλά και ως τόπο γυρισμάτων;

-Για ποιο λόγο; Επειδή ήταν μια ταινία που πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστική. Στην ιδέα μας ήταν πάντα να πάω στην Ελλάδα η μέγιστη πρόθεσή μου, μετά από πολλά ταξίδια στη Λέσβο ήταν να κάνω τα γυρίσματα στη Λέσβο και, όταν είχαμε επιλέξει τα πάντα, όλες τις χώρες, όλες τις τοποθεσίες, υπήρχαν μια σειρά διαδηλώσεων από ακροδεξιούς στη Λέσβο που μας ανάγκασαν να αλλάξουμε τα πλάνα μας. Έπρεπε επίσης να διατηρήσουμε το ελληνικό πνεύμα. Και ψάξαμε στην Αθήνα, γύρω από την Αθήνα, για όλες τις τοποθεσίες που έμοιαζαν πολύ με αυτές της Λέσβου. Ήταν απαραίτητο να είμαστε στην Ελλάδα. 

Καταλαβαίνω τη συμβολική σημασία της παραβολής με τον ελέφαντα που χρησιμοποιείτε. Ως σκηνοθέτης, οφείλετε να βλέπετε τη μορφή του Ελέφαντα;

-Αυτή η σκηνή είναι πολύ σημαντική και χαίρομαι που την ξεχωρίσατε. Έχετε καταλάβει το νόημα της σκηνής. Όταν ήμουν στη Λέσβο, συνήθιζα να μιλάω με τους ανθρώπους, με ανθρώπους του νησιού. Μιλούσα με ψαράδες ή ιδιοκτήτες  πολυτελών ξενοδοχείων και ως εκ τούτου η ιστορία αυτής της παραβολής για τον ελέφαντα στον οποίο αναφέρεται ο χαρακτήρας μας θυμίζει πως δεν μπορούμε να δούμε ολόκληρο τον ελέφαντα. Βλέπουμε μόνο μέρη του. Θα μπορούσε να είναι φίδι, ίσως και σκύλος, αλλά κανείς δεν βλέπει ολόκληρο τον ελέφαντα, εντάξει; Αυτό ήταν μια πραγματική ιστορία και για αυτό αποφάσισα και την έβαλα στην ταινία. Συγκεκριμένα, ένα άτομο που έχει ένα ξενοδοχείο στη Λέσβο μου εξήγησε και τη δική του θέση. Ακόμα και αυτοί που «προβληματίστηκαν» αναγνώρισα πως ήταν καλοί άνθρωποι, καθαροί άνθρωποι, πραγματικοί άνθρωποι. Το γεγονός ότι ήρθαν οι πρόσφυγες, τους προκάλεσε αναστάτωση. Εκείνοι υποστήριξαν ότι τους «ενόχλησαν με νόμιμο τρόπο». Δεν «έπρεπε» να είναι δικό τους πρόβλημα για να το διαχειριστούν. Αυτό είναι και το ουσιαστικό ζήτημα. Η μεταναστευτική κρίση δεν είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να διαχειριστούν οι αλιείς. Ούτε οι ιδιοκτήτες ξενοδοχείων· αυτοί μόνο ως πρόβλημα μπορούν να το δουν. Αυτό είναι δουλειά των κυβερνήσεων, κοινής και δίκαιης γραμμής που θα δοθεί από κάποιον άλλο φορέα. Έτσι, αυτό που ένιωσα εκεί ήταν ότι είχαν αφήσει και τους μεν, και τους δε, αβοήθητους και χωρίς πλάνο. Ο λαός της Λέσβου, ο ελληνικός λαός, έπρεπε να το αντιμετωπίσει. Οι περισσότεροι δεν ήξεραν τί πρέπει να κάνουν για να βοηθήσουν· έφτασε μια στιγμή που δεν μπορούσαν να βοηθήσουν πια. Τότε αυτό δημιούργησε προβλήματα και ενδυνάμωσε την πόλωση, ιδιαίτερα από την ακροδεξιά -που είναι το σύνηθες-. Προκαλούν  προβλήματα. Ήθελα όμως και αυτή η θέση να ακουστεί, για αυτό και έφτιαξα μια σκηνή στο αυτοκίνητο όπου πάνω στη συζήτηση καταλήγουν ότι είναι καλύτερα να μην βοηθήσουν γιατί θα μπουν σε μπελάδες. Όμως και αυτός ο άνθρωπος, στη δύσκολη στιγμή, υπερέβαλε εαυτόν και πήγε να βοηθήσει.

Έχετε σαφείς αναφορές και στην ταβέρνα της Λέσβου που ενσωμάτωσε και αποσυμπίεσε εν μέρη την κρίση. Σε εκείνη όμως την ταβέρνα ακούγονται πολλές αντιφατικές απόψεις για το τί είναι σωστό και τί όχι στο μεταναστευτικό και τη θέση της Ελλάδας. Πώς ένας Ίσπανος είδε αυτό το ελληνικό θέμα;

-Η δουλειά με τον ελληνικό λαό ήταν να είμαστε εκεί. Εγώ για παράδειγμα, πήγα στο πραγματικό «Κύμα» της Λέσβου για αρκετές ημέρες. Μιλούσα με τον Πάρη, μιλούσα με τη Νόρα, μιλούσα με πραγματικούς ανθρώπους, και είναι άνθρωποι που είχαν βοηθήσει εκείνη την εποχή, ιδιαίτερα τους πρόσφυγες, αλλά φυσικά, είχαν και τη ζωή τους, δεν μπορούσαν να τα καταφέρουν όλα όσα επιθυμούσαν. Μίλησα πολύ μαζί τους, για να καταλάβω τί συνέβαινε. Όλοι θέλαμε να είμαστε πολύ δίκαιοι και πολύ αυστηροί με αυτό το μέρος της ιστορίας, γιατί το εύκολο θα ήταν να παρουσιάσουμε πόσο καλοί ήταν οι ναυαγοσώστες και πόσο κακοί ήταν οι αστυνομικοί, απέναντι στους πρόσφυγες. Απέφυγα αυτά τα κλισέ και τις γενικεύσεις (…)· μιλώντας στην πραγματική «Νόρα» εμπνεύστηκα τον χαρακτήρα της γυναίκας που έβαλα στην ταινία μου. Η κινηματογραφική Νόρα είναι το άθροισμα πολλών χαρακτήρων που είδα στη Λέσβο, ξέρετε. Η ταβέρνα «Το Κύμα»  υπήρχε, και ελπίζω να συνεχίζει να υπάρχει. Η ταινία λειτουργεί και ως φόρος τιμής σε αυτούς, τους ανθρώπους της πόλης, τους διαβάτες που περνούσαν από «το Κύμα» και συζητούσαν πάνω από ένα πιάτο φαγητό. Προσπαθήσαμε να δώσουμε φωνή σε όλες τις απόψεις. 

Η προσφορά Ισπανών ναυαγοσωστών ήταν μεγάλη στη δική μας περίπτωση. Εσείς πως πειστήκατε ότι πίσω από την ιστορία τους, υπάρχει κάτι μεγαλύτερο και πιο ουσιαστικό;

-Οι ναυαγοσώστες ήταν οι πρώτοι διασώστες. Όταν είδα την εικόνα του νεκρού Alan Kurdi αισθάνθηκα όλη τη φρίκη, αλλά συνέχισα να πηγαίνω στη δουλειά την επόμενη μέρα, να είμαι με τα παιδιά μου την επόμενη μέρα, να παίρνω τα παιδιά στο σχολείο· η ζωή μου συνεχίστηκε. Για τους ναυαγοσώστες, αυτό δεν ήταν απλά μια εικόνα,  ήταν κάτι που θα άλλαζε τη ζωή τους, επειδή είναι ναυαγοσώστες και αυτό ήταν ένα νεκρό, πνιγμένο παιδί. Είναι σαν ένας γιατρός να σας πει ότι είστε άρρωστοι αλλά δεν μπορεί να σας θεραπεύσει. Είναι ο κώδικας δεοντολογίας. Με καταλαβαίνεις. Υπήρχαν άνθρωποι που ταξίδεψαν (στη Λέσβο) επειδή πίστευαν σε αυτό (στη σημασία συνεισφοράς και ανθρωπιστικής προσφοράς), άλλοι που πήγαν να βοηθήσουν τους εθελοντές. Εγώ δεν ήμουν ένας από αυτούς τους αφοσιωμένους εθελοντές, αλλά όλη αυτή η κατάσταση άλλαξε τη ζωή μου. Αυτή είναι η διαφορά για μένα. Θα ήθελα πολύ να μπορέσω να βοηθήσω, αλλά δεν ξέρω πώς να κολυμπήσω αρκετά για να πηδήξω στο νερό και να δώσω τις πρώτες βοήθειες. Μπορώ να αγκαλιάσω όσους το χρειαστούν, αλλά μπορώ και να βοηθήσω με άλλον τρόπο· έτσι γεννήθηκε σε μένα η επιθυμία να κάνω αυτή την ταινία. Ήταν αυτό που μπορούσα να προσφέρω. Δεν μπορώ να είμαι ναυαγοσώστης γιατί δεν γνωρίζω αυτή τη δουλειά, μπορώ όμως να κάνω μια ταινία. Ελπίζω η ταινία να αφήνει αυτή την αίσθηση προσφοράς σε όσους τη δείτε.

Συνεργάζεστε ξανά με τον Ντάνι Ροβίρα, που έχει καθιερωθεί στις συνειδήσεις των Ισπανών ως ένας εξωστρεφής stand-up comedian. Και σε αυτή την ταινία του δώσατε ένα πολύπλευρο δραματικό ρόλο.

-Πάντα πίστευα λόγω της σινεφιλίας μου και βλέποντας πολλές ταινίες, ότι οι κωμικοί ηθοποιοί μπορούν να προσεγγίσουν πολύ καλά κάθετι δραματικό, επειδή η δουλειά τους είναι να συνδεθούν με το συναίσθημα. Το γέλιο είναι συναίσθημα. Αν σε κάνω να γελάσεις είναι επειδή σε κάνω ενθουσιασμένο από ένα δράμα. Δες τους Τζιμ Κάρεϊ, Μπάστερ Κίτον, Τσάρλυ Τσάπλιν, Πίτερ Σέλερς… Ήταν κωμικοί ηθοποιοί που έκαναν μεγάλη καριέρα και στο δράμα. Πάντα πίστευα ότι ο Ντάνι θα μπορούσε να το καταφέρει. Με εκείνον έχουμε μια ειδική χημεία και δεν υπάρχουν εμπόδια στην επικοινωνία του οράματος μας. Μπορεί να κάνω μια σκηνή όπου η Ντάνι δεν παίζει καλά. Του λέω αμέσως «Πρέπει να το ξανακάνουμε, δεν το έχεις βρει ακόμα». Έχω αυτή την ελευθερία μαζί του για να του πω την αλήθεια. Μπορώ να του πω «μείωσε»…

Μην είναι υπερβολικός…

-Ακριβώς αυτό, να «μειώσει το δράμα». Είναι λογικό να ψάχνει το μέτρο γιατί συνηθίζει να κάνει κωμωδίες. Οι κωμωδίες μπορεί να απαιτούν αρκετά εκφραστικές υπερβολές· είναι πιο υστερική συνήθως η κωμωδία. Αλλά το δράμα δεν επιτρέπει υπερβολές. Ο Dani αντιλαμβάνεται τη σημασία του μέτρου στα είδη. Έχουμε έναν ειδικό κωδικό που δεν μπορώ να τον εξηγήσω σε άλλον σκηνοθέτη/-ιδα. Στον Ντάνυ λέω απλά τί να κάνει γιατί η επικοινωνία μας είναι πολύ προσωπική. Είναι  σκέτη τύχη για μένα που μπορώ να επικοινωνήσω μαζί του με αυτόν τον τρόπο. Νομίζω ότι είναι ηθοποιός πολύ σημαντικός και αυτή τη στιγμή είναι και μεγάλη προσωπικότητα και σπουδαίος ηθοποιός. 

Έχετε δημιουργήσει ένα υβρίδιο κινηματογράφου που το μελόδραμα, το εμπορικό, το ρεαλιστικό και η σινεφιλία ενυπάρχουν. Θεωρείτε ότι όταν το ένα τροφοδοτεί το άλλο, κάθε θεατής μπορεί να βγει κερδισμένος;

-Αυτό που μόλις είπες είναι απλά τέλεια διατυπωμένο. Αυτή είναι η δύναμη της ταινίας. Η αρετή να κινεί τα συναισθήματα και να βρίσκει το ακριβές σημείο μεταξύ μιας ταινίας για το εμπορικό κοινό, της ταινίας που φέρει το μήνυμα και της ταινίας που μπορεί να συγκινήσει τους κινηματογραφόφιλους. Αυτό προσπάθησα με έναν τρόπο να κάνω και (στην προηγούμενη ταινία μου), τα «100 μέτρα». Όπου και αν έλεγα ότι θέλω να κάνω μια ταινία για τη σκλήρυνση, έτρωγα πόρτα. Όμως τελικά η ταινία συνάντησε το κοινό της. Το ίδιο αισθάνθηκα όταν τους είπα ότι θα κάνω μια ταινία για το προσφυγικό. Εγώ όμως το είδα σαν ευκαιρία αρκεί να πετύχω δύο πράγματα: Η ταινία μου να μπορεί να απευθυνθεί στο καλλιτεχνικό κοινό και τα φεστιβάλ. (Να είναι) μια ταινία για τους ανθρώπους, να λέει ανθρώπινες ιστορίες. Από τη στιγμή που θεώρησα το θέμα σημαντικό, έπρεπε να προτιμήσω να τη φτιάξω για να τη δει και το ευρύ κοινό. Για να πάει στο ευρύ κοινό, πρέπει να κάνω ένα casting που θα το γνωρίζουν, να κάνω ένα καλό προϋπολογισμό, να δομήσω την ιστορία για να λειτουργεί στο (ευρύ)  κοινό, αλλά επειδή ο κινηματογράφος κυλάει στο αίμα μου προσπάθησα διπλά να δώσω μια προσωπικότητα και ένα όραμα σε αυτό το πιο mainstream δημιούργημα μου. 

Ελληνικές ταινίες ή δημιουργούς γνωρίζατε πριν έρθετε σε ελληνικό έδαφος για το casting;

Προσπάθησα, αλλά στην Ισπανία δεν φτάνουν συνήθως πολλές (ελληνικές) ταινίες, οπότε έπρεπε να ψάξω. Γνώριζα καλά το έργο του Αγγελόπουλου. Ο Κώστας Γαβράς μου ήταν πιο οικείος καθώς όταν άρχιζα να είμαι σινεφίλ είδα πολλές ταινίες του. Όμως ο Γαβράς δεν είναι το Ελληνικό σινεμά που εννοείς. Μπορεί να είναι εκπρόσωπος της χώρας αλλά είναι με την (γενετήσια) ιδιότητά του. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ελλάδα με τον Ισπανικό κινηματογράφο. Νομίζουν ότι τα πάντα είναι  Almodóvar. Τα τελευταία χρόνια έχει έρθει περισσότερος ελληνικός κινηματογράφος (στην Ισπανία) -και το αντίθετο- οπότε αυτά τα πρότυπα έχουν αλλάξει. Και  είμαι τυχερός που η heretic, η οποία είναι η ελληνική εταιρεία παραγωγής, ανέλαβε τη δική μου ταινία. Μου έδωσε να δω πολλές νεότερες ελληνικές ταινίες για να είμαι έτοιμος όταν θα έκανα το casting στην Ελλάδα. Έτσι ενημερώθηκα για τις εξελίξεις στον κινηματογράφο σας. Νομίζω ότι ο σύγχρονος Κινηματογράφος στην Ελλάδα, είναι πολύ Μεσογειακός και αυτό μας συνδέει. Οι Καταλανοί μπορούν να συνδεθούν πολύ καλά με τους Έλληνες. Στην πραγματικότητα, όταν είμαστε στην Ελλάδα δεν την αισθανόμαστε σα μια ξένη χώρα. (…) ακόμα και τα καταλανικά μοιάζουν πολύ με τα ελληνικά. Φωνητικά μοιάζουν πολύ. Για παράδειγμα, ένας Ισπανός αντιλαμβάνεται τα καταλανικά ονόματα πολύ διαφορετικά από τα ισπανικά ονόματα. Έτσι ένας Ισπανός δυσκολεύεται πολύ να πει ότι το καταλανικό όνομα, όπως το όνομα ενός ποδοσφαιριστή. Ένας Καστιλιάνος θα πει το όνομα ενός Καταλανού λάθος, όταν το λέει ένας Έλληνας, ακούγεται τέλεια. Κάποια τέτοια μικρά πράγματα, μας κάνουν να αισθανόμαστε κάπως συνδεδεμένοι.

Θα κάνατε ξανά γυρίσματα στην Ελλάδα;

-Ναι, ναι, φυσικά. Και δεν το λέω μόνο εγώ, αλλά όλη η ομάδα ήταν πολύ πολύ χαρούμενη στην Ελλάδα. Το φαγητό, ο καιρός, οι άνθρωποι ήταν υπέροχοι και είναι πολύ εύκολο να γυρίσεις την Ελλάδα λόγω των φόρων (απαλλαγής φόρων) και όλης της ιδέας για τον κινηματογράφο (σ.σ. αναφέρεται στον ΕΚΟΜΕ). Και ήμουν πολύ, πολύ ευχαριστημένος και έκπληκτος. Με τους τεχνικούς και το όλον. Το υψηλό επίπεδο (παραγωγής), το υψηλό προφίλ των Ελλήνων επαγγελματιών.

Η ταινία που ήταν shortlisted για την πρόταση της Ισπανίας για τα Όσκαρ, είναι ένα ανατριχιαστικό δείγμα γραφής, ποτισμένο με ανθρωπιά και αντικειμενική ματιά.

www.ertnews.gr

Διαβάστε περισσότερα… Read More