Κυριακή, 21 Δεκεμβρίου, 2025

Κεντρική Ελλάδα

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΓΚΥΡΗ ΚΑΙ ΕΓΚΑΙΡΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Η ανισότητα δεν αρκεί για να ξεσπάσουν πολιτικές αναταραχές, σύμφωνα με μελέτη

Nepal

Το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών έχει φτάσει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Σύμφωνα με την Έκθεση Παγκόσμιας Ανισότητας 2026, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, το πλουσιότερο 10% των ανθρώπων παγκοσμίως κερδίζει περισσότερα από το υπόλοιπο 90% συνολικά, ενώ το φτωχότερο μισό λαμβάνει λιγότερο από 10% του παγκόσμιου εισοδήματος. Επιπλέον, το πλουσιότερο 10% των ανθρώπων κατέχει το 75% του παγκόσμιου πλούτου, ενώ το φτωχότερο μισό της ανθρωπότητας, κατέχει μόλις το 2%.

Με βάση αυτά τα στοιχεία, είναι εύκολο να οδηγηθεί κανείς στο συμπέρασμα ότι μια τόσο ακραία ανισότητα συνιστά αναπόφευκτη συνταγή για κοινωνική έκρηξη. Όταν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού παλεύουν για την επιβίωσή τους, ενώ μια μικρή ελίτ ευημερεί, θα ανέμενε κανείς ότι η εξέγερση αργά ή γρήγορα θα ήταν αναπόφευκτη.

Ωστόσο, η ιστορία και τα διαθέσιμα δεδομένα σκιαγραφούν μια πολύ πιο σύνθετη εικόνα, όπως επισημαίνουν σε άρθρο τους στον ιστότοπο The Conversation ο Χασάν Φ. Γκολιπούρ, αναπληρωτής καθηγητής με ειδίκευση στην οικονομία των ακινήτων και των αστικών κέντρων στο Πανεπιστήμιο του Δυτικού Σίδνεϊ, και ο Μοχάμεντ Ρεζά Φαρζανεγκάν, οικονομολόγος με ειδίκευση στη Μέση Ανατολή στο Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ.

Πολλές κοινωνίες με έντονες ανισότητες παραμένουν πολιτικά σταθερές για δεκαετίες, ενώ άλλες, με λίγοτερες ανισότητες βυθίζονται στο χάος. Γιατί η οικονομική δυσαρέσκεια οδηγεί σε εξέγερση σε ορισμένες περιπτώσεις, ενώ σε άλλες όχι; Καθώς οι γεωπολιτικές εντάσεις αυξάνονται — από την «εξέγερση της Γενιάς Z» στην Ασία έως τις κοινωνικές αναταραχές στη Μέση Ανατολή — η κατανόηση του παράγοντα που πυροδοτεί τις συγκρούσεις καθίσταται επείγουσα.

Μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Scottish Journal of Political Economy, υποδηλώνει ότι η ανισότητα από μόνη της σπάνια αρκεί για να προκαλέσει πολιτική αστάθεια. Αντίθετα, εντοπίζει έναν κρίσιμο επιταχυντή που μετατρέπει την οικονομική δυσαρέσκεια σε πολιτική δράση: το Διαδίκτυο.

“Ο χαμένος κρίκος

Εδώ και χρόνια, οι πολιτικοί επιστήμονες συζητούν τη σχέση μεταξύ ανισότητας και σύγκρουσης. Ορισμένες μελέτες έχουν εντοπίσει ισχυρή συσχέτιση ενώ άλλες καμία. Ο Γκολιπούρ και ο Φαρζανεγκάν, ανέλυσαν δεδομένα από περισσότερες από 120 χώρες για την περίοδο 1996–2020, στο πλαίσιο της μελέτης τους.

Εξέτασαν την εισοδηματική ανισότητα, όπως αποτυπώνεται από τον δείκτη Gini, και τη συσχέτισαν με δείκτες πολιτικής σταθερότητας που παρέχει η Παγκόσμια Τράπεζα. Στη συνέχεια εισήγαγαν μια τρίτη μεταβλητή: το ποσοστό του πληθυσμού που χρησιμοποιεί το διαδίκτυο. Διαπίστωσαν ότι η ψηφιακή συνδεσιμότητα λειτουργεί ως ρυθμιστικός παράγοντας. Με άλλα λόγια, το διαδίκτυο μεταβάλλει τον τρόπο με τον οποίο η ανισότητα επηρεάζει την κοινωνία.

Σε χώρες με χαμηλή πρόσβαση στο διαδίκτυο, η αυξημένη ανισότητα δεν οδηγεί σε μεγαλύτερη πολιτική αστάθεια. Αντίθετα, σε τέτοιες σχετικά αποσυνδεδεμένες κοινωνίες, η ανισότητα συχνά συνδέεται ακόμη και με μεγαλύτερη σταθερότητα. Αυτό ενδέχεται να οφείλεται στο γεγονός ότι οι περιθωριοποιημένες ομάδες δεν διαθέτουν επαρκή πληροφόρηση για να συγκρίνουν τις συνθήκες ζωής τους με εκείνες άλλων, ούτε τα απαραίτητα εργαλεία για να οργανωθούν αποτελεσματικά.

Το σημείο καμπής

Η ομάδα εντόπισε ένα συγκεκριμένο «σημείο καμπής». Συγκεκριμένα, διαπίστωσε ότι η εισοδηματική ανισότητα αρχίζει να οδηγεί ουσιαστικά σε πολιτική αστάθεια μόνο όταν περίπου πάνω από το 50% του πληθυσμού χρησιμοποιεί το διαδίκτυο. Σε ιδιαίτερα συνδεδεμένες κοινωνίες — όπου περισσότεροι από τους μισούς πολίτες χρησιμοποιούν το διαδίκτυο — η σχέση μεταξύ ανισότητας και κοινωνικών αναταραχών γίνεται στατιστικά σημαντική.

Το μοτίβο αυτό παρέμεινε ισχυρό ακόμη και όταν η ομάδα έλαβε υπόψη άλλους παράγοντες που συνήθως προκαλούν συγκρούσεις, όπως η ανεργία των νέων, η διαφθορά και τα υπερβολικά κέρδη από φυσικούς πόρους (όπως τα έσοδα από το πετρέλαιο). Επιπλέον, οι ερευνητές δοκίμασαν διεξοδικά τα ευρήματα αυτά χρησιμοποιώντας δεδομένα για πραγματικούς θανάτους που σχετίζονται με συγκρούσεις — και όχι μόνο δείκτες αντίληψης της σταθερότητας — και τα αποτελέσματα παρέμειναν συνεπή.

Γιατί, λοιπόν, η πρόσβαση στο διαδίκτυο μπορεί να τροφοδοτήσει τις συγκρούσεις; Γιατί το διαδίκτυο καθιστά την ανισότητα τόσο εκρηκτική; Η νέα μελέτη δείχνει δύο βασικούς μηχανισμούς: την πληροφόρηση και τον συντονισμό.

Η ορατότητα του πλούτου

Πριν από την ψηφιακή εποχή, ένα άτομο που ζούσε στη φτώχεια ενδεχομένως να συνέκρινε το βιοτικό του επίπεδο μόνο με εκείνο των άμεσων γειτόνων του. Αν όλοι γύρω σου είναι φτωχοί, η κατάστασή σου μπορεί να φαίνεται φυσιολογική — ή τουλάχιστον ανεκτή.

Το διαδίκτυο καταργεί αυτή την απομόνωση. Προσφέρει ένα παράθυρο στις ζωές των πλούσιων, τόσο εντός της ίδιας χώρας όσο και παγκοσμίως. Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης λειτουργούν ως αδιάκοπη βιτρίνα πολυτέλειας, δημιουργώντας ένα αίσθημα «σχετικής στέρησης».

Όταν οι πολίτες —ιδίως νέοι άνδρες και γυναίκες με επισφαλή απασχόληση ή χωρίς εργασία— έρχονται αντιμέτωποι, μέσω των κοινωνικών δικτύων, με το τεράστιο χάσμα ανάμεσα στη δική τους καθημερινότητα και στον τρόπο ζωής των ελίτ, νιώθουν έντονη ψυχολογική πίεση. Έτσι, η κοινωνική δυσαρέσκεια παύει να αποτελεί αφηρημένα στατιστικά μεγέθη και μετατρέπεται σε καθημερινή υπενθύμηση όσων στερούνται.

Το κόστος της διαμαρτυρίας

Το να αισθάνεται κανείς θυμό είναι ένα πράγμα και το να δράσει είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Ιστορικά, η οργάνωση ενός μαζικού κινήματος ήταν επικίνδυνη, δαπανηρή και αργή. Το διαδίκτυο —ιδίως μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των κρυπτογραφημένων εφαρμογών ανταλλαγής μηνυμάτων— λύνει το πρόβλημα της συλλογικής δράσης. Μειώνει δραστικά το κόστος συντονισμού για τους δυσαρεστημένους πολίτες. Το έχουμε δει επανειλημμένα. Κατά την Αραβική Άνοιξη του 2011, το Facebook χρησιμοποιήθηκε για την κινητοποίηση διαδηλωτών εναντίον καθεστώτων στην Αίγυπτο και την Τυνησία.

Στο Ιράν, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ήταν καθοριστικά για τη διάδοση του κινήματος «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία» το 2022, επιτρέποντας στους πολίτες να παρακάμψουν τα κρατικά μπλακάουτ ενημέρωσης. Μόλις πριν από λίγους μήνες στο Νεπάλ —μια χώρα όπου περίπου το 56% του πληθυσμού χρησιμοποιεί το διαδίκτυο— αυτό που ξεκίνησε ως διαμαρτυρία για την απαγόρευση των κοινωνικών δικτύων, κλιμακώθηκε γρήγορα σε πανεθνικό αντικαθεστωτικό κίνημα κατά της διαφθοράς. Το αποτέλεσμα ήταν δεκάδες νεκροί, σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις και η παραίτηση του πρωθυπουργού.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, το διαδίκτυο δεν δημιούργησε τη δυσαρέσκεια. Αυτό το έκαναν η ανισότητα, η διαφθορά και η καταπίεση. Ωστόσο, το διαδίκτυο λειτούργησε ως ο σπινθήρας και το καύσιμο που μετέτρεψαν τη δυσαρέσκεια σε κοινωνική έκρηξη.

Διαβάστε επίσης: Η εξέγερση της Γενιάς Ζ στην Ασία δείχνει ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι δίκοπο μαχαίρι

Αντιμετωπίζοντας την ανισότητα

Όπως προειδοποιεί η Έκθεση Παγκόσμιας Ανισότητας, η συγκέντρωση πλούτου αυξάνεται, ενώ ο δημόσιος πλούτος παραμένει στάσιμος. Την ίδια στιγμή, η παγκόσμια χρήση του διαδικτύου συνεχίζει να αυξάνεται, φτάνοντας σχεδόν το 71% του παγκόσμιου πληθυσμού το 2024. Καθώς περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες ξεπερνούν το ψηφιακό όριο του 50%, οι κυβερνήσεις δεν μπορούν πλέον να βασίζονται στην έλλειψη πληροφόρησης ή συντονισμού για να διατηρήσουν την τάξη σε κοινωνίες με πολλές ανισότητες.

Ορισμένα καθεστώτα ενδέχεται να δελεαστούν από την ιδέα του κλεισίματος του διαδικτύου για λόγους σταθερότητας. Ωστόσο, η νέα μελέτη δείχνει έναν διαφορετικό δρόμο, σύμφωνα με τους ερευνητές. Αν οι κυβερνήσεις θέλουν να διασφαλίσουν την πολιτική σταθερότητα στην ψηφιακή εποχή, πρέπει να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές ανισότητες. Πολιτικές που μειώνουν τις εισοδηματικές ανισότητες — όπως η προοδευτική φορολόγηση, οι επενδύσεις στις δημόσιες υπηρεσίες και η καταπολέμηση της διαφθοράς — δεν αποτελούν πλέον απλώς οικονομικά ιδανικά. Αποτελούν επιταγές ασφάλειας, τονίζουν οι συγγραφείς της μελέτης.

ΠΗΓΗ: Phys.org

www.ertnews.gr

Διαβάστε περισσότερα… Read More