Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Κεντρική Ελλάδα

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΓΚΥΡΗ ΚΑΙ ΕΓΚΑΙΡΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Η ψυχολόγος Σοφία Ανδρεοπούλου στο ertnews.gr: “Ο σεβασμός είναι σπάνιος μέσα στην ελληνική οικογένεια”

«Γιατί οι έφηβοι σήμερα περνάνε δύσκολα; Ποια είναι η σχέση τους με τους γονείς τους; Τι γίνεται με τη βία, την παραβατικότητα, την επιθετικότητα και το θυμό των εφήβων; Και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως και τα άλλα είδη εθισμών και εξαρτήσεων, τι ρόλο παίζουν σε όλο αυτό;» ήταν μερικά από τα ερωτήματα που κλήθηκε να απαντήσει η ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος Σοφία Ανδρεοπούλου, μιλώντας στο ertnews.gr και στη Νικόλ Παπαδοπούλου.

«Η εφηβεία είναι η εποχή της αμφισβήτησης» τόνισε, δίνοντας έτσι μια μικρή γεύση από το περιεχόμενο του βιβλίου της «Εφηβεία: Η μεγάλη έκρηξη! Και πώς θα επιβιώσετε ως γονείς» το οποίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα και κρατώντας μας παράλληλα σε μια είδους αγωνία για το πώς ερμηνεύεται αλλά και τι τελικά περιλαμβάνει αυτός ο περίπλοκος «κόσμος» μέσα στον οποίο προσπαθούν να επιβιώσουν, να αναπνεύσουν, αλλά κυρίως να ζήσουν ευτυχισμένοι οι έφηβοι, με τον τρόπο που πραγματικά επιθυμούν χωρίς να χάνουν την ελπίδα.

Όπως αρχικά υπογράμμισε «η επαφή μου με όλους αυτούς τους ανθρώπους που έρχονται στο γραφείο μου, ενήλικους και ανήλικους, μου έχει γεννήσει έναν θαυμασμό και μια αισιοδοξία. Βλέπω πόσοι πολλοί άνθρωποι ταλαιπωρούνται στη ζωή τους, κι όμως αγωνίζονται να διαχειριστούν τις δυσκολίες τους, και τους θαυμάζω για την αντοχή και την αποφασιστικότητά τους. Αισιοδοξώ ότι τα πράγματα θα είναι καλύτερα στο μέλλον γιατί σήμερα έχουμε μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων που –ίσως για πρώτη φορά– στρέφουν την προσοχή τους στους ίδιους, στις δικές τους δυσκολίες και δυσλειτουργίες – και επομένως σιγά σιγά θα λειτουργήσουν καλύτερα και θα δημιουργήσουν καλύτερες συνθήκες για τις επόμενες γενιές».

Η ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος Σοφία Ανδρεοπούλου

«Γιατί οι έφηβοι σήμερα περνάνε δύσκολα;» είναι μια από τις ερωτήσεις που πολλών θα έρχονται στο νου όταν ακούν να μιλούν για τους εφήβους, τις συμπεριφορές τους και όλα αυτά που καλούνται καθημερινώς άλλοτε πολύ και άλλοτε λίγο να αντιμετωπίσουν. Όπως δήλωσε και η κα Ανδρεοπούλου «οι σημερινοί έφηβοι έχουν περισσότερες πληροφορίες, περισσότερες επιλογές, περισσότερες δυνατότητες από οποιαδήποτε άλλη γενιά εφήβων στην ιστορία. Αυτό είναι φυσικά πολύ θετικό, αλλά έχει μια αρνητική συνέπεια: δημιουργεί περισσότερη σύγχυση και περισσότερο άγχος. Νομίζω πως αυτός είναι ουσιαστικά ο λόγος που δυσκολεύονται τόσο οι έφηβοι, και βέβαια σε αυτό έχουμε κάποια ευθύνη κι εμείς οι ενήλικοι. Κυρίως νομίζω πως έχουμε ευθύνη επειδή συχνά βυθιζόμαστε κι εμείς στη δική μας σύγχυση, στα δικά μας άγχη ή στις δικές μας καταθλίψεις και δεν κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να τα διαχειριστούμε καλά. Έτσι, όλη αυτή η αρνητικότητα επηρεάζει πολύ τους εφήβους μας και τους κάνει να νιώθουν αποθαρρημένοι, να αισθάνονται ότι δεν αξίζει τον κόπο να προσπαθήσουν για τίποτα γιατί δεν βλέπουν κάτι θετικό στο μέλλον τους».

«Η σχέση ανάμεσα στους γονείς και στους εφήβους δεν πρέπει να είναι ένα παιχνίδι εξουσίας, ένας αγώνας για την επικράτηση» είναι μια από τις φράσεις του βιβλίου της…Όσο για το τι συμβαίνει σχετικά με τους εφήβους και τους γονείς του, η κα Ανδρεοπούλου σημείωσε το εξής «η αλήθεια είναι ότι συχνά οι συζητήσεις/καβγάδες ανάμεσα σε γονείς και εφήβους έχουν τη χροιά του αγώνα για επικράτηση. Στόχος δεν είναι να βρεθεί μια αμοιβαία αποδεκτή λύση σε ένα πρόβλημα ή μια διαφωνία – στόχος είναι καθένας να «κερδίσει», να κάνει καθένας το «δικό του». Οι έφηβοι, όπως είναι λογικό για τους εφήβους, συχνά έχουν μια στάση αντιδραστική – και το κακό είναι ότι εμείς οι γονείς εξίσου συχνά «παρασυρόμαστε» και λειτουργούμε σαν έφηβοι, με κόντρα και πείσμα. Αυτό είναι πολύ βλαβερό γιατί έτσι καταστρέφεται η σχέση μας με τους εφήβους μας, δεν μας σέβονται, και τελικά δεν διδάσκονται καλύτερους τρόπους επίλυσης των συγκρούσεων. Πράγμα που συχνά οδηγεί σε βίαιες ή και καταστροφικές αντιδράσεις εκ μέρους τους στο σχολείο ή στην παρέα. Νομίζω πως οι έφηβοι πάνω απ’ όλα χρειάζονται να τους δείξουμε ότι τους αποδεχόμαστε, προσπαθούμε να τους καταλάβουμε, και θέλουμε να συνεργαστούμε μαζί τους για να βρούμε καλύτερους τρόπους να λύνουμε τα προβλήματά μας».

«Σέβομαι το παιδί μου, λοιπόν, σημαίνει ότι το βλέπω σαν έναν άλλο άνθρωπο που έχει αξία, δικαιώματα και προσωπικότητα […]. Ο σεβασμός είναι εξαιρετικά σπάνιος μέσα στην ελληνική οικογένεια». Τι συμβαίνει λοιπόν, μέσα στην ελληνική οικογένεια; Έχει τελικά ο σεβασμός κάποια είδους σχέση με την ευτυχία; Η κα Σοφία Ανδρεοπούλου, δήλωσε «ο σεβασμός δεν έχει σχέση με το αν θέλουμε να είναι τα παιδιά μας ευτυχισμένα. Ναι, θέλουμε τα παιδιά μας να είναι ευτυχισμένα και έτσι «για το καλό τους» τους φερόμαστε με πολλούς τρόπους που δεν τους κάνουν κανένα καλό (για παράδειγμα, τα κριτικάρουμε διαρκώς, τους φωνάζουμε κ.λπ.). Όμως, όταν μιλάω για σεβασμό μέσα στην ελληνική οικογένεια, δεν αναφέρομαι μόνο στους εφήβους αλλά και στους ενηλίκους. Φερόμαστε με σεβασμό στον άντρα μας ή στη γυναίκα μας, στους φίλους μας και στους γονείς μας; Η δική μου εντύπωση είναι ότι πολύ συχνά ούτε εμείς οι ενήλικοι δεν σεβόμαστε ο ένας τον άλλο. Αντίθετα, εύκολα φωνάζουμε, μειώνουμε, προσβάλλουμε, απειλούμε τους δικούς μας ανθρώπους, απλώς και μόνο γιατί μπορεί να διαφωνούν μαζί μας ή να μην κάνουν κάτι όπως εμείς νομίζουμε ότι πρέπει να γίνει. Οπότε ο σεβασμός είναι μια γενικότερη στάση αποδοχής του άλλου αλλά και όρια που βάζω στον εαυτό μου σχετικά με το πώς θα φερθώ στον άλλο όσο κι αν διαφωνώ ή αν έχω θυμώσει μαζί του».

«Κάποιοι γονείς φοβίζουν τα παιδιά τους γιατί νομίζουν πως έτσι θα τα προστατεύσουν» επισήμανε εν συνεχεία, λέγοντας «δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στόχος μας είναι να δώσουμε μια θετική εικόνα στον έφηβο, τόσο για τον εαυτό του, όσο και για τον κόσμο και τη ζωή γενικά». Και στη πορεία συμπλήρωσε «οι περισσότεροι γονείς θα έλεγα ότι δημιουργούν αυτή την τόσο αρνητική εικόνα επειδή και οι ίδιοι έτσι βιώνουν τον κόσμο και τη ζωή τους. Πολλοί ενήλικοι σήμερα βλέπουν πολύ αρνητικά τα πράγματα, νιώθουν πολύ άγχος και έχουν πολλούς φόβους. Και δυστυχώς αυτό περνούν και στα παιδιά τους, χωρίς ίσως να συνειδητοποιούν ότι η υπερβολική αυτή αρνητικότητα είναι σαν ένα ψυχικό μικρόβιο που εξασθενεί τις ψυχικές άμυνες του παιδιού τους και επομένως καθόλου δεν το προστατεύει».

«Βία: 1.353 συλλήψεις ανηλίκων στην Ελλάδα, μόνο τον Σεπτέμβριο του 2023»

Ερωτηθείσα, λοιπόν για το παραπάνω φαινόμενο, την παραβατικότητα μεταξύ των ανηλίκων, το θυμό και την επιθετικότητα που επικρατεί, για αυτό το βούλιαγμα στο «μίσος» που πολλοί έφηβοι σήμερα εισπνέουν και εκπνέουν αλλά και για το αν υπάρχουν λύσεις σε όλον αυτόν τον φαύλο κύκλο που επικρατεί, η κα Ανδρεοπούλου είπε χαρακτηριστικά «η αύξηση της βίας ανάμεσα στους ανηλίκους πράγματι είναι εντυπωσιακή τα τελευταία χρόνια. Βέβαια, για να πούμε με σιγουριά γιατί συμβαίνει αυτό, χρειάζονται επιστημονικές έρευνες και δεδομένα που αυτή τη στιγμή δεν διαθέτουμε. Η προσωπική μου εντύπωση είναι ότι αυτό συμβαίνει κυρίως για δύο λόγους: αφενός, πολλοί έφηβοι έχουν βιώσει κάποια μορφή βίας στο άμεσο περιβάλλον τους και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αφετέρου, δεν έχουν διδαχθεί αυτοέλεγχο και ειρηνική επίλυση των συγκρούσεων. Έτσι, δεν διαθέτουν τις δεξιότητες που χρειάζονται για να μπορέσουν να λύσουν με άλλο τρόπο τα προβλήματά τους ή να αποφορτιστούν συναισθηματικά. Για πολλούς, η βία (αν όχι η σωματική, τότε η λεκτική ή η συναισθηματική) είναι η μόνη αντίδραση που έχουν στο ρεπερτόριό τους. Και βέβαια αυτό αναπαράγεται ανάμεσά τους αφού η βία γεννάει βία».

«Το «μίσος» είναι μια τάση που περνάει μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου πολύ εύκολα ο ένας τα βάζει με τον άλλο με προσβολές και απειλές – και εν τέλει αυτό γίνεται αποδεκτό» ανέφερε στη πορεία της συνομιλίας συμπληρώνοντας «οι έφηβοι βλέπουν ότι και οι ενήλικοι λειτουργούν τόσο αρνητικά απέναντι σε όλους όσους τους εκνευρίζουν ή σε αυτούς με τους οποίους διαφωνούν. Επομένως, αρχικά είναι μια μαθημένη αντίδραση αυτή η αρνητική στάση. Φυσικά, αυτή τροφοδοτείται επίσης από άλλες ανάγκες των εφήβων, όπως να ανήκουν σε μια «ομάδα», να έχουν την προσοχή των ενηλίκων, να αποκτήσουν κάποια ταυτότητα. Προφανώς κάθε περίπτωση είναι διαφορετική και δεν μπορούμε να γενικεύσουμε τα βαθύτερα αυτά κίνητρα». Όσο για το αν υπάρχει κάποια λύση σε όλο αυτό που επικρατεί, παρουσίασε το εξής «η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις στον κύκλο της βίας και της επιθετικότητας. Για μένα όμως η αρχή είναι να καταλάβουμε ότι πρέπει και εμείς οι ενήλικοι, γονείς και εκπαιδευτικοί, να αλλάξουμε στάση. Πρέπει να σταματήσουμε να λειτουργούμε με φωνές, απειλές και προσβολές, και να αρχίσουμε να παρουσιάζουμε πιο θετικά πρότυπα διαχείρισης του δικού μας θυμού. Να τους δείξουμε ότι κι εμείς προσπαθούμε να έχουμε αυτοέλεγχο και να κρατάμε την ψυχραιμία μας – και ότι έτσι βρίσκουμε καλύτερες λύσεις μέσα στο σπίτι. Επίσης, τα σχολεία μπορούν να κάνουν πολλά στο επίπεδο των δεξιοτήτων που πρέπει να αναπτύξουν οι έφηβοι: οι σχολικοί ψυχολόγοι στα σχολεία μπορούν να κάνουν σεμινάρια μέσα στις τάξεις για ανάπτυξη αυτοελέγχου, για τεχνικές επίλυσης των συγκρούσεων, για διαμεσολάβηση».

(*φωτογραφία αρχείου)

Διαδίκτυο, κινητό, Facebook, Instagram, TikTok, ουσίες, εξαρτήσεις και άλλων ειδών εθισμοί.

Στο παραπάνω θέμα, αναφορικά με τους λόγους που οι σημερινοί έφηβοι οδηγούνται σε τέτοιους είδους εξαρτήσεις και καταχρήσεις, η ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια, Σοφία Ανδρεοπούλου απαντά «πρώτα απ’ όλα, πολλοί έφηβοι εθίζονται σε όλα αυτά επειδή τα βλέπουν γύρω τους, καθώς αντίστοιχα και πολλοί ενήλικοι είναι εθισμένοι. Παράλληλα, υπάρχουν εσωτερικά κενά που τροφοδοτούν τους εθισμούς αυτούς, όπως η μοναξιά που νιώθουν πολλοί έφηβοι, η απογοήτευση και η έλλειψη κινήτρου. Πολλοί έφηβοι απλώς δεν ξέρουν άλλον τρόπο για να γεμίσουν τον χρόνο τους, να «κοινωνικοποιηθούν», να αποφύγουν την ψυχική δυσφορία που νιώθουν. Για αυτό χρειάζονται υποστηρικτικούς και θετικούς ενηλίκους γύρω τους, που να λειτουργούν ως θετικά πρότυπα για εκείνους».

Ταυτότητα και σεξουαλικός προσανατολισμός

Αναφορικά με το τι είναι αυτό που κάνει τους νέους να αμφισβητούν το ίδιο τους το φύλο αλλά και τι μπορούν να κάνουν οι γονείς ώστε να αποδέχονται πιο ομαλά άβολες αλήθειες έτσι ώστε να μην λειτουργούν άδικα απέναντι στα παιδιά τους, η κα Ανδρεοπούλου υπογραμμίζει «όπως γράφω και στο βιβλίο, τα θέματα αυτά είναι πολύ καινούρια, ειδικά το θέμα της ταυτότητας του φύλου. Επομένως, δεν μπορώ να σας μεταφέρω κάποια επιστημονική άποψη με εγκυρότητα. Είναι φαινόμενα που τώρα μελετούν οι ειδικοί και τίποτα δεν είναι σίγουρο για κανένα. Η σκέψη που κάνω προσωπικά εγώ είναι ότι ενδεχομένως η αμφισβήτηση του ίδιου του φύλου τους είναι ένας τρόπος για κάποιους εφήβους να αντιδράσουν απέναντι σε μια κοινωνία που δεν τους δίνει θετικά πρότυπα. Ίσως βλέποντας πώς λειτουργούν πολλοί άντρες και πολλές γυναίκες στην κοινωνία μας, κάποιοι έφηβοι να αισθάνονται ότι δεν θα ήθελαν να είναι ούτε άντρες ούτε γυναίκες. Επιπλέον, η εφηβεία είναι η εποχή της αμφισβήτησης. Παλιότερες γενιές εφήβων αμφισβητούσαν την πολιτική τοποθέτηση των γονιών τους ή τα θρησκευτικά πιστεύω τους. Τώρα που πολλοί γονείς δεν έχουν συγκεκριμένα πιστεύω ή που παριστάνουν ότι είναι πολύ ανοιχτοί σε όλα, πολλοί έφηβοι δεν έχουν τι να αμφισβητήσουν και ίσως έτσι καταλήγουν να αμφισβητούν το ίδιο τους το φύλο. Ουσιαστικά είναι σαν να λένε «δεν είμαι αυτό που εσύ λες ότι είμαι – είμαι κάτι άλλο». Όπως και να ‘χει, ως ενήλικοι νομίζω πως πρέπει να μπορούμε να διαχειριστούμε με ψυχραιμία και με μετριοπάθεια τις αμφισβητήσεις αυτές. Σίγουρα δεν πρέπει να κοροϊδέψουμε ή να θυμώσουμε με τους εφήβους αν εκφράσουν τέτοιες σκέψεις. Αν μας είναι πολύ δύσκολο να τις διαχειριστούμε, μπορούμε να τους εξηγήσουμε με ήπιο τρόπο ότι αυτό είναι κάτι καινούριο για εμάς και μας δυσκολεύει, και ότι δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι να το συζητήσουμε μαζί τους. Αλλά ότι σε κάθε περίπτωση είμαστε δίπλα τους και θα τους στηρίξουμε σε όλες τις φάσεις που περνούν».

Διάβασμα, Πανελλήνιες, βαθμοί σχολείου, μόρφωση…

«Οι γονείς έχουν διαρκώς άγχος για το αν το παιδί τους διαβάζει – και συχνά η αντίδρασή τους κάνει ακόμα χειρότερη την κατάσταση» τόνισε κάπου εκεί κοντά στο κλείσιμο της κουβέντας, θυμίζοντας έτσι, αυτό το συχνά άδικο, πιεστικό και συνάμα βαρετό σχολικό περιβάλλον, όπου μαθητές και γονείς, χάνονται και περιπλέκονται σε ένα ατέρμονο παιχνίδι κυνηγιού των καλύτερων βαθμών… «Δεν υπάρχει περίπτωση ένα παιδί να διαβάσει αποτελεσματικά όταν οι γονείς το κάνουν να φαίνεται κάτι πολύ δυσάρεστο με τις φωνές και τις απειλές τους. Στο σχολείο, πολλοί καθηγητές, ειδικά στο γυμνάσιο και στο λύκειο, είναι κουρασμένοι και απογοητευμένοι – έτσι φυσικά καταλήγουν να κάνουν βαρετό μάθημα. Επιπλέον, στο λύκειο πολλοί γονείς πιέζουν τα παιδιά τους να εξουθενώνονται στο διάβασμα για να μπουν σε κάποια σχολή ενώ ταυτόχρονα γκρινιάζουν διαρκώς για την ανεργία των πτυχιούχων, πράγμα μάλλον αντιφατικό. Τελικά, κανείς δεν έχει κάνει τη μόρφωση να φαίνεται επιθυμητή, κανείς δεν έχει κάνει τη μάθηση να φαίνεται ενδιαφέρουσα. Δεν μου φαίνεται καθόλου παράξενο που οι έφηβοι δεν θέλουν να διαβάσουν».

«Άλλο πράγμα είναι οι βαθμοί του σχολείου και άλλο η μόρφωση. Οι βαθμοί δείχνουν κυρίως πόση προσπάθεια έχει κάνει ένας μαθητής και, ίσως, πόσες γνώσεις έχει πάνω σε κάποιο μάθημα. Η μόρφωση είναι κάτι ευρύτερο και, κατά τη γνώμη μου, σπουδαιότερο. Μόρφωση δεν σημαίνει μόνο ότι ένα παιδί έχει γνώσεις πάνω σε διάφορους τομείς, αλλά επίσης και ότι του/της αρέσει να μαθαίνει καινούρια πράγματα και έχει την κριτική ικανότητα να αναρωτιέται, να αμφισβητεί, να αναπτύσσει επιχειρήματα. Η μόρφωση είναι διαβατήριο για μια καλύτερη ζωή, ενώ οι καλοί βαθμοί είναι διαβατήριο για μια πανεπιστημιακή σχολή. Ωστόσο, ούτε την αγάπη για τη μόρφωση αλλά ούτε και τους καλούς βαθμούς δεν μπορούμε να πετύχουμε με την γκρίνια και την πίεση. Πρέπει σταδιακά και λίγο λίγο να εμπνεύσουμε τα παιδιά μας να ασχοληθούν με πράγματα που τα ενδιαφέρουν, να τους δώσουμε το καλό παράδειγμα δείχνοντας και εμείς τη διάθεση να διαβάζουμε και να μαθαίνουμε καινούρια πράγματα. Πρέπει να κάνουμε το διάβασμα να φαίνεται κάτι που μας κάνει καλύτερους ανθρώπους και που κάνει πιο ενδιαφέρουσα τη ζωή μας (όχι κάτι που είναι αγγαρεία)».

«Θα χαρακτηρίζατε τη σημερινή γενιά “ευτυχισμένη”;» θα αναρωτιόταν κάποιος κάπου εκεί στο τέλος, περιμένοντας με περιέργεια την απάντησή της αλλά και με μια υποσυνείδητη λαχτάρα να ακούσει αυτό το «ναι, υπάρχει ελπίδα» που όλοι λίγο ή πολύ περιμένουμε.

«Ασφαλώς δεν μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει μια ολόκληρη γενιά κάπως. Υπάρχουν τεράστιες διαφοροποιήσεις από άτομο σε άτομο. Ωστόσο, αυτό που θα έλεγα είναι ότι σήμερα πολύ περισσότερο από άλλοτε, έχουμε σαν «αίτημα» ή «απαίτηση» την ευτυχία: θεωρούμε δικαίωμά μας να είμαστε ευτυχισμένοι και θυμώνουμε όταν αυτό δεν συμβαίνει, συνήθως κατηγορώντας κάτι έξω από εμάς για αυτό. Δυστυχώς, δεν καταλαβαίνουμε ότι είναι περισσότερο δική μας ευθύνη και δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τους άλλους. Η ευτυχία για μένα δεν είναι ένα δικαίωμα, αλλά μια επίτευξη».

www.ertnews.gr

Διαβάστε περισσότερα… Read More