Σχολικός εκφοβισμός: Η αποτελεσματικότητα της προσέγγισης “no blame”(αποφυγής κατηγορίας)
Όταν ο Μπεν ήταν 11 ετών, οι γονείς του παρατήρησαν ότι οι βαθμοί του είχαν πέσει. Σταμάτησε να μιλάει για το σχολείο. Τα βράδια της Κυριακής, συχνά παραπονιόταν για πόνους στο στομάχι και παρακαλούσε τη μαμά του να τον κρατήσει στο σπίτι την επόμενη μέρα.
«Όλα αυτά είναι τυπικά σημάδια ότι μπορεί να υπάρχει πρόβλημα εκφοβισμού», λέει η Bettina Dénervaud, συνιδρύτρια της ελβετικής πρωτοβουλίας Hilfe bei Mobbing, που μεταφράζεται ως «Βοήθεια με τον εκφοβισμό». Η ίδια και οι δύο συνάδελφοί της χρησιμοποιούν έναν κατάλογο ελέγχου 30 σημείων για να αξιολογήσουν αν υφίσταται ζήτημα ψυχικού, συναισθηματικού και σωματικού εκφοβισμού ή κάτι άλλο – ίσως μια σύγκρουση, η οποία μπορεί να απαιτεί επίλυση. «Μια σύγκρουση συνήθως επιλύεται μέσα σε λίγες ημέρες ή εβδομάδες, αλλά ο εκφοβισμός μπορεί να συνεχιστεί για μήνες ή και χρόνια», λέει η Dénervaud.
(Mikhail Nilov, Pexels)
Αυτό που συμβαίνει στη συνέχεια ακούγεται αντιφατικό. Αντί να τιμωρηθούν, οι εκφοβιστές καλούνται να βοηθήσουν τον εκφοβισμένο μαθητή. Σε μια μελέτη του 2008, η οποία εξέτασε 220 περιπτώσεις εκφοβισμού, η προσέγγιση “No-Blame Approach“, όπως είναι γνωστή αυτή η μέθοδος «αποφυγής κατηγορίας», ήταν επιτυχής σε 192, δηλαδή στο 87%, των περιπτώσεων. Στα περισσότερα σχολεία που αξιολογήθηκαν, χρειάστηκαν μόνο δύο ή τρεις εβδομάδες για να σταματήσει ο εκφοβισμός.
Η “No-Blame Approach” αναπτύχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στο Ηνωμένο Βασίλειο από την ψυχολόγο Barbara Maines και τον εκπαιδευτικό George Robinson. Ακόμη και σε σοβαρές περιπτώσεις εκφοβισμού, η προσέγγιση αυτή ενθαρρύνει τους εκπαιδευτικούς και τους ψυχολόγους να μην κατηγορούν και να μην τιμωρούν τους δράστες, εκτός αν πρόκειται για ποινικά αδικήματα. Δύο Γερμανοί διαμεσολαβητές, η Heike Blum και ο Detlef Beck, απλοποίησαν περαιτέρω την προσέγγιση και έχουν εκπαιδεύσει περισσότερους από 20.000 εκπαιδευτικούς στη Γερμανία, την Αυστρία και την Ελβετία από το 2003.
Το εκπληκτικό ποσοστό επιτυχίας ήταν αυτό που ώθησε την Bettina Dénervaud να εγγραφεί σε εκπαίδευση με τον διαμεσολαβητή Detlef Beck το 2016 και να ξεκινήσει ένα γραφείο συμβούλων για τον εκφοβισμό το 2019.
Με τον Μπεν, η Dénervaud ξεκίνησε ενθαρρύνοντας μια προσωπική συζήτηση μεταξύ του ίδιου και του δασκάλου που εμπιστεύεται περισσότερο. (Η Dénervaud ή ένας από τους συναδέλφους της είναι μερικές φορές παρόντες αυτοπροσώπως ή μέσω Zoom, αν ο δάσκαλος δεν έχει εκπαιδευτεί στην παρέμβαση για τον εκφοβισμό). Ο στόχος είναι να μιλήσει ο Μπεν ανοιχτά και εμπιστευτικά για όλα όσα συνέβησαν, τα συναισθήματά του και τις σκέψεις του για τους εκφοβιστές.
«Είναι μια ευκαιρία να βγάλουν από μέσα τους όλα όσα τους βαραίνουν και να βεβαιωθούμε ότι έχουμε τη συγκατάθεσή τους για τα επόμενα βήματα», εξηγεί η Dénervaud. «Τίποτα δεν συμβαίνει ενάντια στην επιθυμία του θύματος, και ακόμα και οι γονείς δεν ενημερώνονται για λεπτομέρειες σχετικά με όσα αποκάλυψε το παιδί στην εμπιστευτική συζήτηση».
Στην περίπτωση του Μπεν, αυτή ήταν η πρώτη φορά που κάποιος έμαθε ότι ο εκφοβισμός ήταν πολύ χειρότερος από ό,τι υπέθεταν οι γονείς και οι δάσκαλοί του. Περιλάμβανε άλλα παιδιά που σκουντούσαν και έσπρωχναν τον Μπεν, τον έβριζαν και τον απέκλειαν από τα παιχνίδια. Είχε επίσης ψηφιστεί «ο πιο άσχημος» στην τάξη του σε μια διαδικτυακή «δημοσκόπηση». Ο εκφοβισμός είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα και διαρκούσε πολύ περισσότερο απ’ ό,τι φοβόντουσαν οι γονείς. Ο δάσκαλος τον ρώτησε επίσης τι θα τον βοηθούσε να αισθάνεται ασφαλής.
Μετατρέποντας τον σχολικό εκφοβισμό σε ενσυναίσθηση
Το δεύτερο βήμα είναι ο πυρήνας της προσέγγισης “No-Blame”. Περιλαμβάνει την κλήση έξι έως οκτώ παιδιών που επιλέγει ο δάσκαλος σε μια συνάντηση που στήνεται ως κοινωνική συνάντηση: στην περίπτωση του Μπεν, τρεις από τους εκφοβιστές, τρεις μαθητές στους οποίους ο Μπεν ένιωθε ότι μπορούσε να βασιστεί και δύο «ουδέτερους» συμμαθητές. Τα παιδιά δεν ενημερώνονται ότι η συνάντηση αφορά τον Μπεν. «Έχω ένα πρόβλημα», μπορεί να ξεκινήσει τη συζήτηση ο δάσκαλος αφού κουβεντιάσουν λιγάκι γενικά. «Παρατήρησα ότι κάποιοι μαθητές δεν αισθάνονται ότι υποστηρίζονται στην τάξη. Τι μπορούμε να κάνουμε για να τους βοηθήσουμε, για παράδειγμα, τον Μπεν;».
(Rdne stock project, Pexels)
Ο δάσκαλος αποφεύγει προσεκτικά να προκαλέσει τους εκφοβιστές και αντ’ αυτού λέει: «Παρατηρώ ότι οι άλλοι μαθητές σε θαυμάζουν. Αυτό που λες μετράει». Κατά την εμπειρία της Dénervaud, «Αυτό κάνει αμέσως τον εκφοβιστή να αισθάνεται ότι τον βλέπουν. Νιώθει ότι έχει σημασία».
Στη συνέχεια, ο δάσκαλος ζητά προτάσεις: «Τι νομίζετε ότι θα μπορούσατε να κάνετε για να βοηθήσετε;»
«Θα μπορούσαμε να τον συμπεριλάβουμε στην απογευματινή μας ομάδα ποδοσφαίρου», προθυμοποιήθηκε ένα αγόρι. «Θα μπορούσα να του μιλάω στα διαλείμματα», πρότεινε ένα άλλο.
Η ομάδα γράφει αυτές τις προτάσεις σε έναν πίνακα.
Το τρίτο βήμα περιλαμβάνει συμπληρωματικές επαφές με όλους τους μαθητές, συμπεριλαμβανομένου του Μπεν, μέσα στις επόμενες εβδομάδες. Εάν είναι απαραίτητο, η παρέμβαση μπορεί να επαναληφθεί ή να τροποποιηθεί.
«Ο στόχος είναι να αλλάξει η κοινωνική δυναμική», λέει η Dénervaud, «και να αποκαλυφθεί αυτό που συνέβαινε». Τα μικρότερα παιδιά συχνά αρχίζουν να κλαίνε σε αυτές τις συναντήσεις, έχει παρατηρήσει η Dénervaud, «επειδή συνειδητοποιούν για πρώτη φορά τι συνέβαινε και πόσο δυστυχισμένο ήταν το θύμα του εκφοβισμού. Μιλάμε για ενσυναίσθηση, ανοχή και σεβασμό. Πώς θέλω να μου φέρονται και πώς φέρομαι στους άλλους;».
Σχολικός εκφοβισμός: Ανοδική τάση διεθνώς
Σύμφωνα με την παγκόσμια μελέτη PISA (Πρόγραμμα για τη Διεθνή Αξιολόγηση των Μαθητών) του ΟΟΣΑ για το 2018, παρατηρείται αύξηση του σχολικού εκφοβισμού κατά μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ κατά 4% από την προηγούμενη έρευνα PISA το 2015, φτάνοντας το 23%. Στην Ελλάδα μάλιστα, το 27% των μαθητών ανέφερε ότι έπεσε θύμα bullying τουλάχιστον κάποιες φορές το μήνα.
Πηγή: ΟΟΣΑ, PISA 2018, Πίνακας ΙΙΙ.Β1.2.3
Στην Ελβετία, το ποσοστό του σωματικού εκφοβισμού υπερδιπλασιάστηκε. Η Bettina Dénervaud μπορεί μόνο να κάνει εικασίες σχετικά με τους λόγους: «Ίσως η πίεση για απόδοση;»
Οι ειδικοί συμφωνούν ότι ο εκφοβισμός μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπτώσεις, όπως κατάθλιψη και άγχος, αυτοτραυματισμό, παράπονα για την υγεία και μειωμένη ακαδημαϊκή επίδοση. «Αν το θέμα αυτό δεν αντιμετωπιστεί, η βλάβη μπορεί να επιμείνει για πολλά χρόνια, ακόμη και αρκετά μετά την ενηλικίωση», έχει παρατηρήσει η Dénervaud. Μια ανάλυση της Washington Post διαπίστωσε σχεδόν 200 περιστατικά στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια όπου ένας μαθητής που εκφοβίστηκε, αυτοκτόνησε.
Σχεδόν ένας στους πέντε μαθητές στις ΗΠΑ και την Ευρώπη δηλώνει ότι έχει βιώσει εκφοβισμό. Σχεδόν οι μισοί έφηβοι δηλώνουν ότι έχουν πέσει θύμα διαδικτυακού εκφοβισμού, σύμφωνα με έρευνα του 2022 του Pew Research Center. Στις ΗΠΑ, οι περισσότερες πολιτείες έχουν θεσπίσει νόμους κατά του εκφοβισμού, αλλά ο τρόπος εφαρμογής τους στην πράξη διαφέρει σημαντικά, όχι μόνο από πολιτεία σε πολιτεία, αλλά και από σχολείο σε σχολείο.
(Mikhail Nilov, Pexels)
Τα λάθη στην αντιμετώπιση του προβλήματος από τα σχολεία
H Dénervaud είναι καθηγήτρια ξένων γλωσσών για περισσότερες από δύο δεκαετίες, κυρίως για ενήλικες, αλλά και για εφήβους και παιδιά. Επειδή γονείς, μαθητές και καθηγητές της ζητούσαν συχνά συμβουλές για το bullying, αντιλήφθηκε το μέγεθος της ανάγκης και αποφάσισε να επικεντρωθεί σε αυτό το θέμα: «Συνειδητοποίησα ότι δεν υπήρχαν πολλές εξειδικευμένες προσφορές. Στην τυπική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, το θέμα εξετάζεται σε μια δίωρη διάλεξη, η οποία απλώς δεν είναι επαρκής». Σε ανήσυχους γονείς ή εφήβους συχνά λέγεται να καλέσουν τη γραμμή τηλεφωνικής βοήθειας για την ψυχική υγεία, λέει η Dénervaud, «αλλά συνήθως προσφέρονται γενικές ψυχολογικές συμβουλές και όχι συγκεκριμένα πώς να προχωρήσουν και ποια πρέπει να είναι τα επόμενα βήματα σχετικά με τον εκφοβισμό».
Είναι το μοναδικό γραφείο στην Ελβετία που είναι αποκλειστικά αφιερωμένο στο θέμα του εκφοβισμού, αν και το μέγεθος του προβλήματος αυξάνεται παγκοσμίως.
Η ίδια και οι δύο συνάδελφοί της δέχονται περίπου 10 τηλεφωνήματα την εβδομάδα, λέει, «κυρίως από γονείς ή από σχολεία που ζητούν εκπαίδευση για το προσωπικό τους». Είναι απογοητευμένη από αυτό που βλέπει ως αποτυχία των σχολείων να λάβουν σοβαρά υπόψη τους το θέμα. «Συχνά ακούμε, “Ω, τα παιδιά θα το λύσουν μόνα τους“. Μερικές φορές βλέπουμε κραυγαλέα αδράνεια από τα σχολεία που προσπαθούν να αποφύγουν την ευθύνη», λέει η Dénervaud. «Πολύ συχνά, μαθαίνουμε ότι τα σχολεία δεν κάνουν τίποτα, ή ακόμα χειρότερα, βάζουν το θύμα και τον θύτη σε ένα τραπέζι και περιμένουν να το λύσουν. Αυτό είναι σχεδόν πάντα αντιπαραγωγικό».
Κατά την εμπειρία της Dénervaud, η τιμωρία των δραστών τείνει να επιδεινώνει τον εκφοβισμό για το θύμα. «Συνήθως οι εκφοβιστές κάνουν το θύμα να “πληρώσει”. Ή το θύμα στέλνεται σε ψυχοθεραπεία, επιβάλλοντας την αίσθηση ότι κάτι δεν πάει καλά με εκείνο, επειδή το στοχοποιούν και πρέπει να πάρει βοήθεια, ενώ καμία παρέμβαση δεν γίνεται με τους εκφοβιστές».
Αντίθετα με όσα έχουμε συνηθίσει να ακούμε, η Dénervaud λέει ότι, σύμφωνα με την εμπειρία της, ο εκφοβισμός δεν συνδέεται με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του θύματος, όπως το βάρος, η εμφάνιση ή η κοινωνική θέση, αν και τα δεδομένα δείχνουν ότι οι ΛΟΑΤΚΙ+ μαθητές διατρέχουν σημαντικά μεγαλύτερο κίνδυνο εκφοβισμού από τους συνομηλίκους τους.
«Σε αντίθεση με ό,τι πιστεύουν οι περισσότεροι άνθρωποι και με ό,τι πίστευα κι εγώ στην αρχή, δεν υπάρχει “τυπικό” θύμα εκφοβισμού. Πραγματικά, οποιοσδήποτε μπορεί να γίνει θύμα εκφοβισμού», λέει η ίδια. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον η εστίαση σε αυτό που θεωρείται ότι “δεν πάει καλά” με το παιδί που στοχοποιείται, όπως το να χάσει βάρος ή να αλλάξει την εμφάνισή του, δεν λειτουργεί».
Η ίδια βλέπει τα βαθύτερα αίτια του εκφοβισμού στην κοινωνική δυναμική ενός σχολείου. Τον σπασίκλα με τα γυαλιά που εκφοβίζεται σε ένα σχολείο, μπορεί να τον ζηλεύουν σε μια άλλη κοινότητα για την εξυπνάδα του.
Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους η Dénervaud είναι πεπεισμένη ότι οι γονείς και τα θύματα του εκφοβισμού δεν πρέπει να μένουν μόνοι τους να λύσουν το πρόβλημα. «Αυτοί οι γονείς είναι συχνά απελπισμένοι και μερικές φορές πωλούν ακόμη και το σπίτι τους και εγκαταλείπουν την κοινότητα στην οποία ανήκαν, ξεριζώνοντας και τα αδέλφια, προκειμένου να στείλουν το παιδί τους σε άλλο σχολείο», εξηγεί. Στην Ελβετία, όπως και στην Ελλάδα, οι γονείς πρέπει να στέλνουν τα παιδιά τους στο δημόσιο σχολείο που βρίσκεται πλησιέστερα στον ταχυδρομικό τους κώδικα, εκτός αν μπορούν να πληρώσουν τα δίδακτρα για ιδιωτικό σχολείο.
Επειδή προσπάθησε μάταια να βρει δημόσια χρηματοδότηση για να παρέχει την υπηρεσία δωρεάν, η Dénervaud και οι δύο συνάδελφοί της πρέπει να χρεώνουν είτε τους γονείς είτε τα σχολεία για την συμβουλευτική και τις εκπαιδεύσεις. «Μακάρι να μπορούσαμε να το προσφέρουμε δωρεάν», λέει.
Αναγνωρίζει ότι η προσέγγιση “No-Blame” έχει όρια «όταν ο εκφοβισμός συνεχίζεται για πολύ καιρό, μερικές φορές για χρόνια. Τότε τα μοτίβα είναι τόσο βαθιά ριζωμένα που η απομάκρυνση του θύματος από την κατάσταση μπορεί να είναι η καλύτερη λύση». Και μερικές φορές, παραδέχεται, η προσέγγιση εφαρμόζεται με λανθασμένο τρόπο. «Τότε παρεμβαίνουμε ή δοκιμάζουμε ξανά την προσέγγιση με μια διαφορετική ομάδα μαθητών».
(Cottonbro studio, Pexels)
Στην περίπτωση του Μπεν, η παρέμβαση ήταν επιτυχής. Μετά από έναν μήνα, οι πόνοι στο στομάχι του σταμάτησαν και ανυπομονούσε να πάει ξανά στο σχολείο.
Όταν ο εκφοβισμός μετατρέπεται σε εγκληματική συμπεριφορά, η Dénervaud συνιστά την εμπλοκή των αρχών. Μια από τις χειρότερες περιπτώσεις που έχει συναντήσει ήταν αυτή ενός μαθητή που τον μέθυσαν και τον κακοποίησαν σοβαρά σεξουαλικά. «Κατέληξε να εγκαταλείψει το σχολείο αυτό, επειδή η κακοποίηση είχε καταγραφεί και σε βίντεο και είχε κυκλοφορήσει στο σχολείο και δεν υπήρχε τρόπος να επιστρέψει εκεί», λέει. «Αλλά το σχολείο πρέπει και πάλι να δουλέψει με τους μαθητές που μένουν εκεί».
Η εμπειρία του Live Without Bullying στην Ελλάδα
Άλλες προσεγγίσεις που έχουν δείξει επιτυχία περιλαμβάνουν το πρόγραμμα πρόληψης του εκφοβισμού Olweus, στο οποίο συμμετέχει ολόκληρο το σχολείο- το KiVa, μια μέθοδος που αναπτύχθηκε στο Πανεπιστήμιο του Turku της Φινλανδίας, με χρηματοδότηση από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού – η οποία ισχυρίζεται ότι έχει βοηθήσει το 98% των μαθητών – και το πρόγραμμα Positive Action (θετική δράση).
Στην Ελλάδα, από το 2015 το ΚΜΟΠ υλοποιεί το πρόγραμμα Live Without Bullying για την αναγνώριση και αντιμετώπιση περιστατικών εκφοβισμού. Μέσω της συμβουλευτικής διαδικτυακής του πλατφόρμας, των εκπαιδεύσεων για εκπαιδευτικούς, μαθητές και γονείς, αλλά και των εκδηλώσεων ευαισθητοποίησης προς το ευρύ κοινό, έχει καταφέρει να βοηθήσει μέχρι στιγμής πάνω από 30.000 άτομα στη χώρα μας αναφορικά με την αντιμετώπιση του φαινομένου.
«Μέσα από την πολυετή μας εμπειρία, έχουμε καταλήξει ότι δεν υπάρχει μία μέθοδος ή ένα συγκεκριμένο εργαλείο που θα μπορούσε να δώσει μία συνολική λύση», μας λέει η επικεφαλής του προγράμματος και Γενική Διευθύντρια του ΚΜΟΠ, Δρ. Αντωνία Τορρένς. «Όλα τα εργαλεία αντιμετώπισης που υπάρχουν είναι εξαιρετικά και στο συνδυασμό τους μπορούν να αποδειχθούν πραγματικά σωτήρια για την αντιμετώπιση του εκφοβισμού. Όλα τα σχολεία όμως δεν είναι τα ίδια, όπως ούτε και η προσωπικότητα όλων των παιδιών. Χρειάζεται χρόνος και προσωπική δέσμευση από πλευράς της πολιτείας, των σχολείων, των εκπαιδευτικών, αλλά και ολόκληρης της εκπαιδευτικής κοινότητας για να χτίζουν χρόνο με το χρόνο σχολικά πλαίσια, όπου το σύνολο των παιδιών να αισθάνεται ασφαλές και ελεύθερο να διεκδικήσει την γνώση και την προσωπική του ευημερία μεταξύ των συνομηλίκων του».
Η διαδικασία αυτή, χρειάζεται αρχικά θέσπιση μέτρων από την πολιτεία που να έχει συνέπεια και συνέχεια, τονίζει η Δρ. Τορρένς. Πάνω σε μία τέτοια βάση τα σχολεία με την σωστή εκπαίδευση και καθοδήγηση θα μπορούν να επιλέγουν μία μέθοδο/είτε συνδυασμό μεθόδων, να τις εφαρμόσουν, να τις αξιολογήσουν και να τις καθιερώσουν ως μέτρα για την πρόληψη και αντιμετώπιση των περιστατικών που αντιμετωπίζουν.
Η ίδια θεωρεί πως δεν υπάρχουν ούτε μαγικές, ούτε «έξυπνες» λύσεις που θα μπορούσαν να αποφέρουν άμεσα αποτελέσματα στην αντιμετώπιση του εκφοβισμού και της παραβατικότητας των ανηλίκων που έχουν πάρει τεράστιες διαστάσεις και στη χώρα μας. Υπογραμμίζει ότι η ποινικοποίηση ορισμένων πράξεων των ανηλίκων και η παρέμβαση των αρχών, ορισμένες φορές είναι ένα μέτρο για την εξασφάλιση της σωματικής ακεραιότητας των συνομηλίκων, αλλά μόνο πρόσκαιρα και πολύ επιφανειακά αποτελέσματα μπορεί να επιφέρει, εφόσον δεν βοηθά τα παιδιά να αισθανθούν τι φταίει στην ίδια τους τη ζωή αρχικά για να συμπεριφέρονται έτσι και κατ’ επέκταση να κατανοήσουν με ενσυναίσθηση τη σημασία του σεβασμού προς το δικαίωμα του άλλου.
Σχεδόν όλοι οι ειδικοί συμφωνούν πάντως ότι είναι καλύτερο να ενεργούμε προληπτικά ή να παρεμβαίνουμε με τα πρώτα σημάδια εκφοβισμού παρά να ελπίζουμε ότι το ζήτημα θα λυθεί από μόνο του.
Το KMOΠ έχει υπογράψει μνημόνια συνεργασίας με το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, με τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, την Ένωση Δήμων Ελλάδος, την Ένωση Περιφερειών Ελλάδος καθώς και με μεγάλους οργανισμούς, όπως τη CISCO για την ενίσχυση της εξάπλωσης των δράσεων του προγράμματος σταδιακά σε όλη την Ελλάδα. Παράλληλα, η COFACE Families Europe έχει χαρακτηρίσει τη δράση ως βέλτιστη πρακτική για την αντιμετώπιση του εκφοβισμού στην Ευρώπη.
Στο ΚΜΟΠ μέσω του προγράμματος Live Without Bullying, η δωρεάν και ανώνυμη διαδικτυακή συμβουλευτική απευθύνεται τόσο σε παιδιά ηλικίας 13-18 ετών, αλλά και σε γονείς και εκπαιδευτικούς.
Οι διαδικτυακές εκπαιδεύσεις αντίστοιχα απευθύνονται σε παιδιά ηλικίας 10-18 ετών, σε εκπαιδευτικούς αλλά και σε γονείς. Μπορούν οι ενδιαφερόμενοι/ες να τις βρουν εύκολα στον ιστότοπο του Live Without Bullying και να τις παρακολουθήσουν δωρεάν στον χρόνο που καθορίζουν οι ίδιοι.
Δωρεάν εκπαίδευση για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση του Εκφοβισμού για εκπαιδευτικούς
Στοιχεία από διάφορες παγκοσμίως καταξιωμένες μεθόδους, εξηγώντας στην κάθε περίπτωση τους στόχους και τα δυνατά σημεία του κάθε είδους παρέμβασης, εμπεριέχει η πλέον πρόσφατη εκπαίδευση που έχει εκπονηθεί στο πλαίσιο του Live Without Bullying λέγεται «LINK – Αποτελεσματικές Δεξιότητες για Εκπαιδευτικούς για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση του Εκφοβισμού» και είναι προϊόν της συνεργασίας του ΚΜΟΠ με την COFACE Families Europe. Aπευθύνεται σε εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Από τον Νοέμβριο του 2023 που ανακοινώθηκε η έναρξη του προγράμματος έχουν εγγραφεί συνολικά 2650 εκπαιδευτικοί από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Το βασικό χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί την νέα αυτή εκπαίδευση από άλλες με αντίστοιχη θεματική, είναι ότι παρουσιάζονται πολύ αναλυτικά -βήμα προς βήμα- οι πιο σημαντικές και διεθνώς αναγνωρισμένες ανθρωποκεντρικές παρεμβάσεις στον χώρο του σχολείου -και όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων- (G.Robinson & B. Maines “The No Blame Approach to Bullying”, A. Pikas “The Shared Concern Method”), όπου οι εκπαιδευτικοί συμμετέχουν διαδραστικά στην εφαρμογή τους μέσω προσομοίωσης και διακλαδωμένων σεναρίων. Όπως εξηγεί η Δρ. Τορρένς, «αυτό τους δίνει τη δυνατότητα να ανακαλύψουν μόνοι τους τα συνηθέστερα εμπόδια επικοινωνίας που υπάρχουν μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών, να κατανοήσουν τα αίτια που ωθούν τα παιδιά να υιοθετούν αρνητικές συμπεριφορές και ως εκ τούτου να μπορούν να προσαρμόζουν και την δική τους συμπεριφορά με ενσυναίσθηση και ευελιξία ανάλογα με την περίσταση».
Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να το παρακολουθήσουν online, ασύγχρονα και δωρεάν χρησιμοποιώντας το συγκεκριμένο link, ώστε να είναι σε θέση μετά το πέρας της εκπαίδευσης μεταξύ άλλων:
Να κατανοούν τα χαρακτηριστικά της εκφοβιστικής συμπεριφοράς και τα είδη εκφοβισμού
Να περιγράφουν τον κύκλο του εκφοβισμού και την κοινωνική δυναμική του φαινομένου
Να εξηγούν τους λόγους για τους οποίους ο διαδικτυακός εκφοβισμός διαφέρει από άλλους τύπους εκφοβισμού
Να αναπτύσσουν δράσεις για την πρόληψη του εκφοβισμού και τη δημιουργία ενός θετικού σχολικού κλίματος.
Να εφαρμόζουν σωστά τις πλέον επιτυχείς μεθόδους για την αντιμετώπιση του ενδοσχολικού εκφοβισμού
Να γνωρίζουν τον τρόπο που πρέπει να μιλήσουν στα παιδιά, ακόμα και στην περίπτωση που το σχολείο θα επιβάλει μία ποινή στους μαθητές που ασκούν εκφοβισμό
Να κατανοούν την τεράστια σημασία της υιοθέτησης μιας «προσέγγισης ολόκληρου του σχολείου» για την πρόληψη και την αντιμετώπιση του εκφοβισμού
«Το πρόγραμμα είναι σχεδιασμένο αποκλειστικά για ασύγχρονη εκπαίδευση με πολύ εύκολη πλοήγηση που δίνει την δυνατότητα στους εκπαιδευτικούς και στους παιδαγωγούς να επανέρχονται στα σημεία που αισθάνονται ότι έχουν την μεγαλύτερη ανάγκη και να συμμετέχουν στις διαδραστικές ασκήσεις όσες φορές το χρειάζονται, ώστε να αισθανθούν ότι μπορούν να αρχίσουν να εφαρμόζουν κάποια μέθοδο και διάφορες χρήσιμες ιδέες που προτείνονται από την επόμενη κιόλας ημέρα στο σχολείο», αναφέρει η Δρ. Τορρένς.
Με πληροφορίες από: Reasons to be Cheerful, No Blame Approach, ΟΟΣΑ, Pew Research Center, Stopbullying.gov, ΚΜΟΠ
Διαβάστε επίσης: Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών «ασπίδα» για το bullying – Πληροφορίες για προγράμματα
www.ertnews.gr
Διαβάστε περισσότερα… Read More