Πώς οι υψηλές θερμοκρασίες κάνουν τα αεροπλάνα πολύ βαριά για να απογειωθούν
Οι αυξανόμενες θερμοκρασίες του πλανήτη δυσκολεύουν την απογείωση των αεροπλάνων σε ορισμένα αεροδρόμια, παρουσιάζοντας μια ακόμη πρόκληση για την πολιτική αεροπορία. Και καθώς οι καύσωνες γίνονται ολοένα συχνότεροι, το πρόβλημα θα μπορούσε να επεκταθεί σε περισσότερες πτήσεις, αναγκάζοντας τις αεροπορικές εταιρείες να αφήνουν τους επιβάτες στο έδαφος.
«Η βασική πρόκληση που αντιμετωπίζει κάθε αεροσκάφος καθώς απογειώνεται είναι ότι τα αεροπλάνα είναι απλά πολύ βαριά και η βαρύτητα θέλει να τα κρατήσει στο έδαφος», λέει ο Paul Williams, καθηγητής ατμοσφαιρικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Reading στο Ηνωμένο Βασίλειο.
«Η ανύψωση εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, αλλά ένας από τους πιο σημαντικούς είναι η θερμοκρασία του αέρα – και καθώς ο αέρας θερμαίνεται, διαστέλλεται, έτσι μειώνεται ο αριθμός των μορίων που είναι διαθέσιμα για να ωθήσουν το αεροπλάνο προς τα πάνω.»
Τα αεροπλάνα ανυψώνονται κατά 1% λιγότερο με κάθε 3 βαθμούς Κελσίου αύξησης της θερμοκρασίας, αναφέρει ο Williams.
Το πρόβλημα αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει αεροδρόμια που βρίσκονται σε μεγάλο υψόμετρο, όπου ο αέρας είναι εκ φύσεως πιο αραιός και με μικρούς διαδρόμους προσγείωσης, που δεν αφήνουν στο αεροπλάνο χώρο για επιτάχυνση.
Η έρευνα σε 10 ελληνικά αεροδρόμια
Ο Williams και η ομάδα του ερευνώντας ιστορικά δεδομένα από 10 αεροδρόμια της Ελλάδας τα οποία χαρακτηρίζονταν όλα από υψηλές καλοκαιρινές θερμοκρασίες και μικρούς διαδρόμους προσγείωσης, εντόπισαν μια θέρμανση 0,75 βαθμών Κελσίου ανά δεκαετία από το 1970.
«Βρήκαμε επίσης μείωση του αντίθετου ανέμου κατά μήκος του διαδρόμου, κατά 2,3 κόμβους ανά δεκαετία», είπε ο Williams. Ο αντίθετος άνεμος είναι ωφέλιμος για τις απογειώσεις και υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι η κλιματική αλλαγή προκαλεί αυτό που ονομάζεται «παγκόσμια ηρεμία», γι’ αυτό και οι άνεμοι φαίνεται να επιβραδύνονται».
Στη συνέχεια, η ομάδα έβαλε αυτές τις θερμοκρασίες και τους αντίθετους ανέμους σε έναν υπολογιστή απόδοσης απογείωσης αεροσκαφών για μια ποικιλία διαφορετικών τύπων αεροσκαφών, συμπεριλαμβανομένου του Airbus A320 – ενός από τα πιο δημοφιλή αεροπλάνα στον κόσμο.
«Αυτό που βρήκαμε ήταν ότι το μέγιστο βάρος απογείωσης μειώνεται κατά 127 κιλά κάθε χρόνο – αυτό είναι περίπου ισοδύναμο με το βάρος ενός επιβάτη συν τη βαλίτσα του, δηλαδή ένας λιγότερος επιβάτης κάθε χρόνο που μπορεί να μεταφερθεί», λέει ο Williams.
Από την κυκλοφορία του το 1988 έως το 2017, το A320 θα είχε δει το μέγιστο βάρος απογείωσης να μειώνεται κατά πάνω από 3.630 κιλά στον Εθνικό Αερολιμένα Χίου, τον κύριο αερολιμένα της μελέτης, ο οποίος έχει μήκος διαδρόμου λίγο λιγότερο από 1.500 μέτρα.
Μια μελέτη από το Πανεπιστήμιο Columbia προβλέπει ότι έως το 2050, ένα τυπικό αεροσκάφος στενής ατράκτου όπως το Boeing 737 θα έχει αυξημένους περιορισμούς βάρους από 50% έως 200% κατά τους καλοκαιρινούς μήνες σε τέσσερα μεγάλα αεροδρόμια των ΗΠΑ: La Guardia, Reagan National Airport, Denver International και Sky Harbor.
Οι λύσεις
Ωστόσο, ο Williams αναφέρει πως «Υπάρχουν πολλές λύσεις στο τραπέζι». Μια από αυτές είναι ο προγραμματισμός αναχωρήσεων νωρίς το πρωί ή αργά το βράδυ, μακριά από τις πολύ ζεστές ώρες της ημέρας, μια τακτική που ακολουθείται ήδη σε ζεστές περιοχές, όπως η Μέση Ανατολή.
Επίσης, τα ελαφρύτερα αεροσκάφη επηρεάζονται λιγότερο από το πρόβλημα. Έτσι, θα μπορούσε να υιοθετηθεί η χρήση σύνθετων υλικών, όπως ανθρακονήματα για σκελετούς αεροσκαφών. Η πιο δραστική προσέγγιση θα ήταν η επιμήκυνση των διαδρόμων προσγείωσης, αν και μπορεί να μην είναι δυνατό σε όλα τα αεροδρόμια. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπου καμία από αυτές τις λύσεις δεν ισχύει, οι επιβάτες θα πρέπει απλώς να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους.
Σύμφωνα με τον Williams, το πρόβλημα αυτό δεν θα δημιουργήσει μεγάλο πρόβλημα στον κλάδο της πολιτικής αεροπορίας. Ωστόσο, οι ενδείξεις ότι θα χειροτερέψει, συνεχώς ενισχύονται.
Πηγή: CNN
www.ertnews.gr
Διαβάστε περισσότερα… Read More