Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Κεντρική Ελλάδα

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΓΚΥΡΗ ΚΑΙ ΕΓΚΑΙΡΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Ο Ζαχαρίας Μαυροειδής μιλάει για το «Καλοκαίρι της Κάρμεν» από το SFGFF

Ο Ζαχαρίας Μαυροειδής ξεκίνησε την σκηνοθετική του καριέρα το 2010, προσφέροντας μία ανανεωμένη ματιά στον ελληνικό κινηματογράφο με την πρώτη, χαμηλού προϋπολογισμού αλλά μεγάλης καρδιάς ταινία μυθοπλασίας, τον «Ο Ξεναγός». Αντλώντας την έμπνευσή του από τα αστικά τοπία της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης και αγγίζοντας θέματα διαφορετικότητας, φιλίας και ταυτοτήτων, ο ανερχόμενος σκηνοθέτης και σεναριογράφος χαράζει τη δική του μοναδική πορεία στο ελληνικό σινεμά.

(photo: Apollon Bollas)

Η νέα ταινία του, «Το καλοκαίρι της Κάρμεν», είναι μία προσπάθεια να «διδάξει» όλους τους σεναριογράφους να ξεφύγουν από κλισέ μοτίβα συγγραφής και να προτείνει νέες θεματικές για τον queer κινηματογράφο. Είναι μία πολύ τρυφερή ταινία που θέτει στο επίκεντρο την φιλία, τις προβληματικές οικογενειακές σχέσεις, φανερώνοντας ταυτόχρονα τα όνειρα της γενιάς των νέων Αθηναίων το 2024.

(photo: Apollon Bollas)

Διαβάστε την κριτική της ταινίας αναλυτικότερα εδώ

Μια άλλη Κάρμεν, οπερετικής μεγαλοπρέπειας, μας θυμίζει πως «ξέρει τι κάνατε πέρυσι το καλοκαίρι»

Πώς η σχέση μητέρας γιου επηρεάζει την πλοκή της ιστορίας; Παίζει κάποιον ρόλο η queer ταυτότητα του γιου σε αυτή τη συνθήκη;

Ο πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο Γιώργος Τσιαντούλας, του οποίου βλέπουμε διάφορες σχέσεις, με τον κολλητό του, με τον πρώην του και τα λοιπά και ανακαλύπτουμε και μία πολύ σημαντική σχέση που είναι αυτή που έχει με τη μητέρα του, την οποία ερμηνεύει η Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου. Νομίζω ότι μας είχε λείψει πολύ από την οθόνη και έχω την αίσθηση ότι είναι μια πολύ ωραία επιστροφή της στη μεγάλη οθόνη. Είχε πολλά χρόνια να παίξει στον κινηματογράφο. Για μένα μέσα από αυτή τη σχέση μητέρας γιου θέλω να δείξω ότι ο χαρακτήρας της Ρουμπίνης είναι ένας ιδιαίτερος χαρακτήρας, μια μάνα η οποία δεν είναι και η πιο αγαπησιάρα. Δεν το έχει πολύ τέλος πάντων αυτό. Αυτό λοιπόν φαίνεται ότι έχει στιγματίσει πολύ το χαρακτήρα του Δημοσθένη, του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα, και κάπως μέσα στα διάφορα που συμβαίνουν σε αυτό το περίφημο Καλοκαίρι της Κάρμεν, βγαίνει και αυτό στην επιφάνεια και με κάποιο τρόπο και η σχέση τους κάνει ένα σημαντικό βήμα μπροστά. Έχω την αίσθηση ότι αυτή η μάνα όποιος και να ήταν ο γιος της -γκέυ, στρέιτ, έξυπνος, χαζός, όμορφος, άσχημος- αγάπη δεν θα είχε να του δώσει. Αυτός ο χαρακτήρας, όμως, όντας ένας όμορφος, έξυπνος και τα λοιπά αλλά γκέυ, έχει την τάση να ερμηνεύει αυτό το πράγμα, αυτή την απουσία αγάπης με τρόπο που να δημιουργεί μια σχέση αιτίου αιτιατού με το δεδομένο ότι αυτός είναι ομοφυλόφιλος και αυτό πιστεύω ότι είναι ένα στοιχείο που συμβαίνει σε πολλά queer άτομα. Έχουμε δηλαδή την τάση πολλά από τα αρνητικά ερεθίσματα, τις κριτικές και όσα συμβαίνουν στον κόσμο γύρω μας, να τα ερμηνεύουμε και να τους δίνουμε ως αίτιο τη δική μας διαφορετικότητα. Είναι κάτι το οποίο είναι ανθρώπινο να συμβαίνει, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να λειτουργήσει ως χτίσιμο ενός τραύματος εκεί που δεν υπάρχει ακριβώς, δεν υπάρχει πάντα.

Ο Ζαχαρίας, κατά παράδοση του SFGFF, υπογράφει την αφίσα του στην πρεμιέρα της ταινίας του στο Σαν Φρανσίσκο (photo: Apollon Bollas)Ο Παναγιώτης Γάκης συντονίζοντας τη συζήτηση με τον Ζαχαρία Μαυροειδή στο SFGFF στο τέλος της προβολής (photo: Apollon Bollas)

Θα ενέτασσες την ταινία σου στον «στρατευμένο» κινηματογράφο;

Όταν έγραφα συνόψεις της ταινίας για να την καταθέσω στο κέντρο ή στην ΕΡΤ, θυμάμαι πάντα να δυσκολευόμουνα να δηλώσω το γεγονός ότι οι δύο χαρακτήρες στην ταινία είναι ομοφυλόφιλοι. Οι δύο βασικοί χαρακτήρες, οι δύο φίλοι. Αυτό γιατί δεν είναι βασικό στοιχείο της ιστορίας, η ταινία έχει να κάνει με δύο φίλους που έχουν πάει μία μέρα για μπάνιο (στη θάλασσα) και θυμούνται ένα καλοκαίρι, με την προοπτική να το κάνουν σενάριο και σε αυτό το καλοκαίρι, αυτό που συνέβη είναι ότι ο ένας από τους δύο χώρισε από τον γκόμενό του και όχι τη γκόμενά του. Δηλαδή, μόνο αυτό αν άλλαζε, ένα δευτερεύον στοιχείο της ιστορίας, θα ήταν μία «στρέιτ» ιστορία. Οπότε υπάρχει το παράδοξο με το «Καλοκαίρι της Κάρμεν», καθώς όποιος τη δει θα της βάλει περίτρανα την ταμπέλα «queer» – και φυσικά με χαρά να το κάνει-, ταυτόχρονα όμως όλο αυτό δεν είναι εγγενές κομμάτι της ιστορίας, δεν είναι ας πούμε ένα coming out story ή μία πονεμένη ερωτική ιστορία ανάμεσα σε δύο άντρες. Είναι μία ιστορία για τη φιλία, για τη δημιουργία, για την αυτογνωσία και τα λοιπά. Υπό αυτήν την έννοια, η ταινία ξεφεύγει ίσως από την πεπατημένη του queer σινεμά που κατά κανόνα ή μάλλον μέχρι τώρα, είχε στον πυρήνα της θέματα ταυτότητας, θέματα που ήταν εγγενή στις κούηρ ταυτότητες, και πάει ένα βήμα παραπέρα, να μιλήσει για θέματα που δεν αφορούν αμιγώς queer (άτομα).

Έχεις αναφέρει πως αυτό το σενάριο περιλαμβάνει αυτοαναφορικές πινελιές. Θα ήθελες να το εξηγήσεις αυτό;

Το σενάριο της ταινίας το έγραψα με τον αγαπημένο μου φίλο, Ξενοφώντα Χαλάτση, του οποίου είναι η πρώτη εμπειρία στο σινεμά και είναι μία ιστορία κάπως εμπνευσμένη από γεγονότα της ζωής μας, περισσότερο της ζωής του τέλος πάντων. Η ίδια μάλιστα διαδικασία της συγγραφής κατά κάποιον τρόπο τροφοδότησε την ιστορία, δηλαδή το κομμάτι που είναι δύο φίλοι που γράφουν ένα σενάριο, προέκυψε ως ένα στοιχείο μέσα από τη δική μας συνεργασία, στην οποία προέκυπταν και διάφορες ενδιαφέρουσες συγκρούσεις. Οπότε όλο το πράγμα είναι όσο πιο meta μπορεί να γίνει. Είμαστε δύο φίλοι που γράφουμε ένα σενάριο εμπνευσμένο από τη ζωή μας για δύο φίλους που γράφουν ένα σενάριο εμπνευσμένο από τη ζωή τους. Φυσικά από τη στιγμή που θα μπεις στη διαδικασία της συγγραφής και της παραγωγής, αυτό το πράγμα απομακρύνεται από την πραγματικότητα και γίνεται μία μυθοπλασία, αλλά κάπως ήταν στο DNA αυτής της ιδέας η αυτοαναφορικότητα της αφήγησης. Ταυτόχρονα, επειδή έχω μια πολύ μεγάλη αγάπη με το σενάριο, διδάσκω σενάριο πολλά χρόνια και έχω μελετήσει πολύ θεωρία σεναρίου και έχω εκνευριστεί μαζί τους, κάποιους guru των σεναρίων, και ήθελα να βγάλω το άχτι μου με αυτούς, καθώς η ιστορία αυτή – μεταξύ πολλών άλλων- είναι μία ιστορία για το πώς γράφεται ένα σενάριο, γιατί έχει δύο ανθρώπους, που έχουν μία ιδέα εμπνευσμένη από τη ζωή τους και παλεύουν να την κάνουν σενάριο. Άρα, τι κάνουν; Παλεύουν να εφαρμόσουν πάνω στην πραγματική ζωή, στα γεγονότα, θεωρίες σεναρίου. Δηλαδή, ποιος είναι ο ήρωας, πώς αλλάζει, ποια απόφαση του είναι καθοριστική, ποια απόφαση του επιβεβαιώνει ότι όντως άλλαξε το τέλος. Όλο αυτό το meta είναι μία πηγή για πάρα πολύ χιούμορ μέσα στην ταινία, ταυτόχρονα όμως είναι και αυτό που στην πορεία ξεκλειδώνει μία πιο φιλοσοφική ανάγνωση για την ταινία, μιλώντας για την έννοια της αλλαγής και πώς αλλάζουν οι άνθρωποι, αν αλλάζουν και για το πώς επιβεβαιώνεται αυτή η αλλαγή. Ένας κριτικός που είχε δει την ταινία στην Βενετία, του οποίου η κατακλείδα της κριτικής του μου φάνηκε πολύ κολακευτική και ανέφερε ότι η υπαρξιακή φιλοσοφία δεν είχε υπάρξει ποτέ ξανά τόσο ψυχαγωγική (“existential philosophy has never been so entertaining”).

Cinobo Premiere To Kalokairi Tis Carmen Zacharias Mauroeidis Lais & Party Shamone / Thalia Galanopoulou

Πώς επικοινώνησες την αναγκαιότητα του γυμνού στους ηθοποιούς σου;

Η ταινία έχει αρκετό γυμνό γιατί σε ένα μεγάλο κομμάτι της δράσης εξελίσσεται σε μια παραλία γυμνιστική και ο ένας χαρακτήρας, ο πρωταγωνιστής, είναι γυμνός. Κάνει γυμνισμό. Ευτυχώς για μένα δεν με δυσκόλεψε αυτό. Δεν με δυσκόλεψε με την έννοια ότι μου φαίνεται απόλυτα φυσικό το γυμνό και με αυτήν στάση το κινηματογράφησα κιόλας, όχι σαν κάτι σκανδαλιστικό. Καταλαβαίνουμε ότι η μερίδα του κοινού που θα της μοιάζει προκλητικό να είναι εκτεθειμένη σε τόσο ανδρικό γυμνό θα υπάρχει πάντοτε. Βέβαια αυτό έχει να κάνει και με το πόσο είμαστε συνηθισμένοι να βλέπουμε ανδρικό γυμνό σε σχέση με γυναικείο γυμνό, μας περνάει το γυναικείο γυμνό, περνάει πολύ πιο ανώδυνα. Εκεί είναι πολύ πιο ευπρόσδεκτο εντός εκτός εισαγωγικών, ενώ το ανδρικό γυμνό μπορεί να σοκάρει. Ο Γιώργος Τσιαντούλας που είναι και αυτός που εκτίθεται επί της ουσίας έχει μεγάλη «προϋπηρεσία» στο θέατρο και το χοροθέατρο, έχει δουλέψει και με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου και με τον Ρομέο Καστελούτσι, στις οποίες παραστάσεις χρειάστηκε να είναι γυμνός επί σκηνής, οπότε ο ίδιος είχε αυτή την «προϋπηρεσία» που ήταν πάρα πολύ χρήσιμη για να σταθεί απέναντι σε αυτό το πράγμα στις σκηνές. Οπότε εν τέλει δεν ήταν κάτι που μας ταλαιπώρησε ιδιαίτερα. Υπήρχε εμπιστοσύνη μεταξύ μας, με εμπιστευόταν, ένιωθε τη σιγουριά ότι δεν θα βγει κάτι χυδαίο, ότι δεν είναι πορνογραφικό αυτό που κάνουμε, είναι καθαρά μια επιταγή της ιστορίας και όντως νομίζω έτσι είναι.

Με απαραίτητο ανδρικό γυμνό -για να ισορροπήσει με το γδύσιμο των ψυχών τους-, μία φαινομενικά άσπλαχνη μητέρα (που η καρδιά της θα ανοίξει διάπλατα από ένα αδέσποτο σκυλί που αλλάζει συχνά σπίτια) και δύο ακτιβιστές που προσεγγίζοντας τα «θέλω» τους μέσα από τα «μπορώ» τους θα έρθουν αντιμέτωπα με συζητήσεις που ποτέ δεν έγιναν: τα συστατικά της πιο «καυτής» και συνάμα «δροσερής» κωμωδίας του καλοκαιριού, με άρωμα Αθήνας.

Η ταινία παίζεται σε περιορισμένους κινηματογράφους για λίγο καιρό ακόμα, οπότε εξασφαλίστε τα εισιτήριά σας και απολαύστε «Το Καλοκαίρι της Κάρμεν», αλλά πάνω από όλα για να μάθετε ποια είναι η Κάρμεν που ίσως αλλάξει και τις δικές σας ζωές.

Ευχαριστούμε την Κατερίνα Φλωρούς για τη συνεργασία και επιμέλεια και την ομάδα του SFGFF για την παραχώρηση μέρους του φωτογραφικού υλικού.

www.ertnews.gr

Διαβάστε περισσότερα… Read More