Μπάιντεν εναντίον Τραμπ – Ένα σίκουελ που δεν θέλουν να δουν οι Αμερικανοί
Η ανεπίσημη έναρξη της προεκλογικής περιόδου στις ΗΠΑ, μετά την ανακοίνωση Μπάιντεν πως θα είναι τελικά υποψήφιος, η αντιπαράθεση που έχει ήδη ξεκινήσει με τον Τραμπ και πάλι με ακραία πολωτικούς όρους, αλλά και η καταγραφόμενη αντίθεση της πλειοψηφίας των αμερικανών πολιτών να παρακολουθήσουν ένα σίκουελ των εκλογών του 2020 αναπτύχθηκαν στην εκπομπή του Πολυδεύκη Παπαδόπουλου «Με το Πρώτο στην Ευρώπη και τον Κόσμο» (Πρώτο Πρόγραμμα Σάββατα και Κυριακές 12.00-13.00).
Καλεσμένος ήταν ο Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ασχολούμενος με την αμερικανική πολιτική Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος.
Η προεκλογική περίοδος για τις προεδρικές εκλογές του 2024 στις ΗΠΑ έχει λοιπόν ξεκινήσει, έστω ανεπίσημα, μετά την επιβεβαιωτική ανακοίνωση από τον Μπάιντεν πως θα είναι υποψήφιος και την αντίστοιχη δήλωση που έχει κάνει εδώ και μήνες ο Τραμπ. Και το θέαμα είναι μοναδικό: Από τη μια ένας νυν Πρόεδρος, που τη χρονιά των εκλογών θα κλείνει τα 82 και θα τελειώνει -καλώς εχόντων- τη δεύτερη θητεία του στα 86 (σπάζοντας κατά 7 χρόνια το ρεκόρ ηλικίας του Ρέιγκαν) και ο οποίος σε τελευταία ομιλία του έκανε πάλι δύο απανωτά λάπσους για το ποιός μπορεί να κερδίσει τις εκλογές και για το ποιό είναι το όνομά του… Από την άλλη, ένας πρώην Πρόεδρος, υπόδικος, ο οποίος αμφισβήτησε μέχρι τέλους τη νομιμότητα του αποτελέσματος των εκλογών του 2020 και που, αν δεν διοργάνωσε, πάντως ενθάρρυνε έμμεσα την εισβολή στον Λευκό Οίκο στις 6/1/21. Και στη μέση το αμερικανικό κοινό, που με βάση τις τελευταίες δημοσκοπήσεις δεν θέλει κανέναν από τους δύο, με τις αρνητικές γνώμες να υπερισχύουν αισθητά των θετικών. Ως προς τον Μπάιντεν ο κυριότερος λόγος είναι η ηλικία του, ως προς τον Τραμπ τα διάφορα νομικά προβλήματα του.
Πάντως, όσοι είχαν αμφιβολίες μέχρι πρότινος για το αν ο Μπάιντεν θα αποφάσιζε να είναι ξανά υποψήφιος είχαν υποτιμήσει το σθένος και την επιμονή του, παρά την ηλικία του, όπως βέβαια και την έλξη που δημιουργεί η εξουσία και μάλιστα για τη θέση του Λ. Οίκου. Αν μη τι άλλο, στην ιστορία των ΗΠΑ μόνον τρεις εν ενεργεία Πρόεδροι δεν διεκδίκησαν μια δεύτερη θητεία και αυτοί ήταν ο Κάλβιν Κούλιτζ το 1928, ο Χάρι Τρούμαν το 1952 και ο Λίντον Τζόνσον το 1968, οι οποίοι όμως όλοι είχαν υπηρετήσει ήδη περισσότερο από μία τετραετία, έχοντας αντικαταστήσει θανόντες προέδρους.
Όσον αφορά το έργο του Μπάιντεν, με βάση τους σχολιαστές αλλά και τις καταγραφόμενες γνώμες του αμερικανικού κοινού, υπάρχει ένας διχασμός για την αξιολόγησή του, ιδίως στην εσωτερική πολιτική, που είναι αυτή που ανέκαθεν επηρεάζει κυρίως τους ψηφοφόρους. Ετσι, για τον ίδιο και για πλευρά που τον υποστηρίζει, ο Μπάιντεν στα δυόμιση χρόνια της μέχρι τώρα θητείας του έχει προσθέσει περισσότερες θέσεις εργασίας για τους Αμερικανούς και μάλιστα και στους τομείς μη πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, έχει ξεκινήσει ύστερα από δεκαετίες τη χρηματοδότηση και δημιουργία υποδομών στις ΗΠΑ, έχει ευνοήσει την ανάπτυξη εταιρειών νέων τεχνολογιών και καθαρής ενέργειας επαναπατρίζοντας ή προσελκύοντας και ορισμένες από το εξωτερικό και γενικότερα έχει πετύχει μια οικονομική ανάκαμψη και κοινωνική ανάταση, μετά την πανδημία και την μεγάλη αύξηση των ανισοτήτων και διακρίσεων στις ΗΠΑ.
Μια άλλη πλευρά, που βλέπει το ποτήρι μισοάδειο, θεωρεί πως όλα αυτά έμειναν κατώτερα των περιστάσεων και αναγκών και πως μετά τις τελευταίες ενδιάμεσες εκλογές -όπου ο έλεγχος της Βουλής πέρασε στους Ρεπουμπλικανούς- το νομοθετικό έργο της κυβέρνησής του έχει ουσιαστικά τελειώσει. Επιφυλάξεις επίσης εκφράζονται και για τις προόδους στα θέματα των δικαιωμάτων, αλλά και στις επιλογές και τις επιτεύξεις στην εξωτερική πολιτική. Ομως, όπως και να έχει, η επιλογή του υποψηφίου των Δημοκρατικών στην πραγματικότητα έληξε ήδη, μια και κανένα πρωτοκλασάτο στέλεχος δεν είθισται να κατεβαίνει σε προκριματικές απέναντι σε εν ενεργεία Πρόεδρο και έτσι η σχετική διαδικασία μεταβάλλεται σε τυπική υπόθεση.
Στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών, αντιθέτως, η κούρσα για την επιλογή υποψηφίου παραμένει ανοιχτή, παρά την αυτοανακήρυξη Τραμπ. Από τις σοβαρές υποψηφιότητες υπάρχουν ήδη επισήμως εκείνη της Νίκι Χέιλι, πρώην κυβερνήτου της Νότιας Καρολίνας και πρεσβευτού των ΗΠΑ στον ΟΗΕ επί προεδρίας Τραμπ και του αφροαμερικανού γερουσιαστή της Νότιας Καρολίνας Τιμ Σκοτ. Προς το παρόν ο ανερχόμενος αστέρας των Ρεπουμπλικανών, κυβερνήτης της Φλόριδα, Ρον Ντε Σάντις δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά του, αλλά εκτιμάται πως μάλλον θα διεκδικήσει το χρίσμα, παρά τις διαρκείς επιθέσεις Τραμπ, ο οποίος από πάτρονας έγινε εχθρός του. Επίσης, από μια σειρά πρωτοκλασάτα στελέχη των Ρεπουμπλικανών, μόνον ο πρώην ΥΠΕΞ Πομπέιο έχει ξεκαθαρίσει πως δεν θα είναι υποψήφιος, ενώ οι πιθανότητες παραμένουν για τον πρώην Αντιπρόεδρο του Τραμπ Μάικ Πενς, που ήρθε σε ρήξη μαζί του για την επίθεση του 2021 στο Καπιτώλιο, για τον πρώην κυβερνήτη του Νιου Τζέρσεϊ Κρις Κρίστι, που είχε διεκδικήσει το χρίσμα επίσης το 2016, μετά υπήρξε υποστηρικτής του Τραμπ, αλλά στράφηκε κι αυτός εναντίον του μετά τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου του ’21 και τέλος του κυβερνήτη του Νιου Χαμσάιρ Κρις Σουνούνου.
Επί του παρόντος, πάντως, το γεγονός είναι πως στις δημοσκοπήσεις ο Τραμπ υπερισχύσει όλων και μάλιστα του Ντε Σάντις, που θεωρείται ως ο δεύτερος ισχυρότερος. Επίσης, ο Τραμπ εξακολουθεί να γίνεται εύκολα το επίκεντρο της επικαιρότητας. Π.χ. την παραμονή της απαγγελίας κατηγορητηρίου στον Τραμπ, ο Τζο Μπάιντεν ταξίδεψε στη Μινεσότα για την προώθηση ενός εργοστασίου που κατασκευάζει ηλεκτρολύτες υδρογόνου, αλλά τα κανάλια προτίμησαν πλάνα από το ιδιωτικό αεροπλάνο του Τραμπ με το οποίο θα πετούσε από τη Φλόριντα στη Νέα Υόρκη. Γενικότερα ο Ντόναλντ Τραμπ να διεκδικεί –και συχνά να λαμβάνει– περισσότερη δημοσιότητα από τον ίδιο τον πρόεδρο των ΗΠΑ, αλλά αυτό πλέον δεν είναι απαραίτητα προς όφελός του.
Πέραν τούτων, η μέχρι τώρα προεκλογική εκστρατεία, όπως ατύπως έχει ξεκινήσει, είναι και πάλι ιδιαίτερα τοξική. Οι Μπάιντεν και Τραμπ κατηγορούν ο ένας τον άλλο πως η διακυβέρνησή τους κατέστρεψε τη χώρα και πως ‘τέρατα και σημεία’ αναμένουν τους Αμερικανούς αν επικρατήσει ο αντίπαλος. Οι Ρεπουμπλικανοί μάλιστα κυκλοφόρησαν κι ένα σποτ, όπου η Τεχνητή Νοημοσύνη απαντά τι θα συμβεί στις ΗΠΑ αν κερδίσουν ξανά οι Δημοκρατικοί και ο Μπάιντεν και όπου το μόνο που λείπει είναι …μια εισβολή εξωγήινων. Από την άλλη, όπως προαναφέρεται, η πλειοψηφία των πολιτών δεν θέλει να δει μία νέα μονομαχία Μπάιντεν – Τραμπ για την προεδρία. Ωστόσο, οι περισσότεροι δημοσκόποι/αναλυτές σχολιάζουν ότι όπως είναι τώρα τα πράγματα το 2024 φαίνεται ότι θα αποτελέσει μια επανάληψη του 2020. Ομως, όπως επίσης οι ίδιοι σημειώνουν, «τα σίκουελ σπάνια κάνουν επιτυχία στο μποξ όφις και το ίδιο φαίνεται να ισχύει για τις εκλογές». Κι όλα αυτά ενώ η αμερικανική κοινωνία δεν μοιάζει να έχει μετριάσει την έντονη πόλωση και τους διχασμούς που την κατατρέχουν τα τελευταία χρόνια, τι στιγμή που οι ΗΠΑ παραμένουν η ισχυρότερη χώρα της Γης και ο ηγέτης του Δυτικού Κόσμου και μάλιστα με αναβαθμισμένο ρόλο…
www.ertnews.gr
Διαβάστε περισσότερα… Read More