Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Κεντρική Ελλάδα

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΓΚΥΡΗ ΚΑΙ ΕΓΚΑΙΡΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Μέχρι που θα φτάσει το αγροτικό ζήτημα στην Ευρώπη;

Ποια είναι τα αίτια των αγροτικών κινητοποιήσεων αυτή την εποχή σε τουλάχιστον 10 κράτη της ΕΕ;  Κατά πόσον αυτές αφορούν διαφορετικές καταστάσεις ανά χώρα ή έχουν να κάνουν κυρίως με κοινά προβλήματα στην Ευρώπη;  Oι εσπευσμένες ενέργειες των κοινοτικών οργάνων και των εθνικών κυβερνήσεων θα είναι επαρκείς για να προλάβουν μια τυχόν κοινωνική έκρηξη; Υπάρχουν ευρύτερες δυσκολίες να εφαρμοστεί η «πράσινη μετάβαση» της ευρωπαϊκής γεωργίας που έχει αποφασίσει η Ένωση ;

Τα ερωτήματα αυτά, που αφορούν τους περίπου 10 εκατομμύρια γεωργούς και κτηνοτρόφους της Ε.Ε, αλλά εν τέλει και μεγάλο μέρος της οικονομίας των χωρών μελών, καθώς και σημαντικό μέρος του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής (30% των αερίων του θερμοκηπίου οφείλονται στη γεωργία και κτηνοτροφία),  ήταν τα θέματα που αναπτύχθηκαν στην εκπομπή του Πολυδεύκη Παπαδόπουλου «Με το Πρώτο στην Ευρώπη και τον Κόσμο» (Α’ Πρόγραμμα, Σάββατα και Κυριακές 12.00-13.00). Καλεσμένος ήταν ο Γιάννης Δούκας, Επικ. Καθηγητής στο Τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης, Αγροδιατροφής και Διαχείρισης Φυσικών Πόρων  του ΕΚΠΑ, με ειδίκευση στην Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τις τελευταίες εβδομάδες λαμβάνουν χώρα μαζικές κινητοποιήσεις αγροτών σε σειρά από χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Βέλγιο, Ολλανδία, Ισπανία, Ρουμανία, Ελλάδα κλπ.). Οι συνθήκες των αγορών και τα επιμέρους προβλήματα και αιτήματα των αγροτών έχουν, από τη μια, διαφορές και αφορούν ιδιαίτερες καταστάσεις σε κάθε χώρα. Ωστόσο, είναι σαφές πως υπάρχουν και κοινά αίτια, όπως:  -το μεγαλύτερο ενεργειακό κόστος που αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί με την έναρξη της ενεργειακής κρίσης το φθινόπωρο του 2021 και μετά την άνοιξη του 2022 με τον πόλεμο στην Ουκρανία  -ορισμένες πλευρές της μεταρρύθμισης της ΚΑΠ που αφορούν τους νέους τρόπους επιδοτήσεων και οι οποίες  εφαρμόζονται τώρα με αναβολή δύο χρόνων – η γενικευμένη αντίδρασή τους να υπάρξει επιβάρυνση του κλάδου τους από τα μέτρα που προβλέπει η «Πράσινη Μετάβαση» της ΕΕ και στη γεωργία -η διάθεση στην Ευρωπαϊκή Ένωση πολύ φθηνών αγροτικών προϊόντων από την Ουκρανία, δεδομένου ότι από την έναρξη του πολέμου έχουν καταργηθεί φόροι και δασμοί από την χώρα αυτή για λόγους αλληλεγγύης.

Καθόσον η αγροτική παραγωγή έχει να κάνει σχεδόν σε πλήρη βαθμό με την Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), η απάντηση σε όλα αυτά οφείλει να είναι κατά βάσιν ευρωπαϊκή. Και όντως στο Συμβούλιο των Υπουργών Γεωργίας προωθούνται δύο νέες προτάσεις της Επιτροπής: 

Η μια αφορά την επέκταση για τουλάχιστον το 2024 της αποσύνδεσης των κοινοτικών επιδοτήσεων με την αγρανάπαυση και τη διατήρηση μη παραγωγικών χαρακτηριστικών σε αρόσιμη γη. Πρόκειται για μια παρέκκλιση από την πράσινη αρχιτεκτονική της ΚΑΠ και συγκεκριμένα από την λεγόμενη GAEC8, δηλαδή τους όρους για τις καλές γεωργικές και περιβαλλοντικές συνθήκες, που απαιτεί από όλους τους αγρότες να αφιερώνουν τουλάχιστον το 4% της γης τους σε αγρανάπαυση για να ανακάμψει το φυσικό περιβάλλον, κάτι που, από το 2023 είναι απαραίτητη προϋπόθεση ώστε οι αγρότες στην ΕΕ να λάβουν επιδοτήσεις.

Παράλληλα η Κομισιόν αναμένεται να προτείνει την παράταση της αναστολής επιβολής δασμών σε συγκεκριμένα γεωργικά προϊόντα από την Ουκρανία και τη Μολδαβία, για ένα ακόμα έτος, αναγνωρίζοντας ότι «αυτές οι ουκρανικές εισαγωγές μπορεί να έχουν ορισμένες δυσμενείς επιπτώσεις που είναι πιο εντοπισμένες σε κάποιες χώρες». Έτσι, εξαγγέλλει –για ακόμη μια φορά- έναν ενισχυμένο μηχανισμό για προϊόντα που θα διασφαλίζει ότι μπορούν να ληφθούν γρήγορα διορθωτικά μέτρα σε περίπτωση που υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις στις αγορές σε ένα ή περισσότερα κράτη-μέλη,, ακόμη και στην περίπτωση που η συνολική αγορά της Ένωσης δεν διαταραχθεί σημαντικά. Επίσης, για ορισμένα ευαίσθητα προϊόντα, όπως η ζάχαρη, τα πουλερικά και τα αυγά, η Κομισιόν προτείνει την εισαγωγή μιας αυτόματης διασφάλισης που κλειδώνει τη μέση εισαγωγή στο προηγούμενα επίπεδα. 

Ενδεχομένως στις προτάσεις αυτές να προστεθούν κι άλλες το προσεχές διάστημα. Αποτελεί όμως ερώτημα κατά πόσον τα μέτρα αυτά είναι επαρκή για τα προβλήματα του κλάδου και προκειμένου οι αγρότες να επιστρέψουν στα χωράφια τους και να μην κλείσουν τις εθνικές. 

Όμως, προς το παρόν, περισσότερο από ενιαίες αποφάσεις, εμφανίζονται επιμέρους πρωτοβουλίες –εν πολλοίς αποσπασματικές- εθνικών κυβερνήσεων για να ικανοποιήσουν βεβιασμένα ορισμένα από τα αιτήματα των αγροτών. Π.χ. στην Ελλάδα, στην Γερμανία και Γαλλία ανακοινώνονται φοροαπαλλαγές στα καύσιμα, έλεγχος των κερδών των εμπόρων και αλυσίδων σε βάρος των παραγωγών κλπ. Στη Γαλλία, όπου τα πνεύματα ήταν ακόμη πιο τεταμένα, η κυβέρνηση υποσχέθηκε επιπλέον 600 εκατ. ευρώ στους αγρότες. Επίσης, εκτός από το αίτημα για την κατάργηση της αγρανάπαυσης που υποστηρίζει έντονα, ανέστειλε ήδη νέες απαγορεύσεις που είχαν τεθεί για τη χρήση ορισμένων φυτοφαρμάκων. Ακόμη, εκτός από τους περιορισμούς στο αγροτικό εμπόριο με την Ουκρανία, τώρα ζητά από την ΕΕ να μην προχωρήσει σε ανάλογη συμφωνία με τις χώρες της Mercosur στη Λατινική Αμερική.

Πάντως και τώρα με τις κινητοποιήσεις των αγροτών, αλλά και τα προηγούμενα χρόνια σε ομαλότερους καιρούς, υπήρχε ανοιχτό το ζήτημα του ποιος θα πληρώσει το κόστος της «Πράσινης Μετάβασης» στην αγροτική παραγωγή της Ευρώπης. Και να σημειωθεί πως τα συστήματα γεωργίας-κτηνοτροφίας, όπως λειτουργούν σήμερα, ευθύνονται για το 30% των εκπομπών που σχετίζονται με το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Πέραν τούτου υπάρχει η επιβάρυνση με χημικά και η εξασθένιση του εδάφους λόγω εντατικής καλλιέργειας, καθώς και η ρύπανση, αλλά και εξάντληση, των υδάτινων πόρων κλπ. Ωστόσο, οι αγρότες θεωρούν πως δεν πρέπει να επιβαρυνθούν οι ίδιοι, οι καταναλωτές θέλοντας και μη επιβαρύνονται αλλά δεν είναι ευχαριστημένοι, οι μεγάλες εταιρίες παραγωγής και εμπορίας προσπαθούν να μετακυλήσουν το κόστος στις κρατικές αρχές και στους καταναλωτές, οι δε κυβερνήσεις, δηλαδή οι κρατικοί προϋπολογισμοί έχουν όρια και έτσι κι αλλιώς επιβαρύνουν πάλι τους φορολογούμενους. Επομένως, όπως και στον χώρο της ενέργειας, της αυτοκινητοβιομηχανίας, των πλαστικών κλπ. όλοι ομνύουν στη σωτηρία του περιβάλλοντος, αλλά κανείς δεν θέλει να κάνει κάτι έμπρακτα ο ίδιος και ο κλάδος του.

Έτσι, τίθεται ένα ζήτημα του κατά πόσον είναι ρεαλιστικό να μπορεί να συνδυαστεί μια εκτατική αγροτική παραγωγή στην Ευρώπη, που υφίσταται και τον διεθνή ανταγωνισμό χωρών με χαμηλότερες περιβαλλοντικές και κοινωνικές προδιαγραφές και ταυτόχρονα να γίνει εφικτή η πράσινη μετάβαση σ ’αυτό το τόσο ευαίσθητο και σημαντικό κομμάτι των οικονομιών, αλλά και κοινωνιών γενικότερα.

www.ertnews.gr

Διαβάστε περισσότερα… Read More