Η Φον ντερ Λάιεν κηρύσσει πόλεμο στην υβριδική απειλή της Ρωσίας
Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, με τη σημερινή ομιλία της, στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, ανέδειξε τις πρόσφατες παραβιάσεις του εναέριου χώρου και των κρίσιμων υποδομών κρατών-μελών της ΕΕ από τη Ρωσία.
Περιέγραψε μια σειρά επεισοδίων, όπως η είσοδος MiG στην Εσθονία και η διέλευση drones πάνω από στρατηγικούς στόχους σε χώρες όπως η Γερμανία και η Πολωνία, χαρακτηρίζοντάς τα μέρος μιας «υβριδικής εκστρατείας» που αποσκοπεί στη διάσπαση της ΕΕ και την υπονόμευση της υποστήριξης στην Ουκρανία.
Το προτεινόμενο πρόγραμμα προτετοιμασίας και οι πυλώνες του
Η κ. φον ντερ Λάιεν τόνισε την ανάγκη για ενότητα και αποτροπή, παρουσιάζοντας το πρόγραμμα «Προετοιμασία 2030», με προϋπολογισμό 800 δισ. ευρώ, που περιλαμβάνει το «τείχος αντι-drones» και τη συνεργασία με το ΝΑΤΟ. Και εστίασε σε τρεις πυλώνες: (1) την προστασία του εναέριου χώρου με καινοτόμα συστήματα, (2) την ανάπτυξη κρίσιμων ικανοτήτων μέσω συνεργασιών κρατών-μελών, και (3) την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.
Το «τείχος αντι-drones» προτείνεται ως οικονομική λύση (με άγνωστο ακόμη κόστος!) για την αντιμετώπιση φθηνών όπλων, εμπνευσμένη από την εμπειρία της Ουκρανίας, ενώ η αύξηση των αμυντικών δαπανών θεωρείται ευκαιρία για οικονομική ανάπτυξη και καινοτομία.
Θετικά στοιχεία της προσέγγισης
Ο λόγος της φον ντερ Λάιεν αντικατοπτρίζει μια ρεαλιστική προσέγγιση στην αυξανόμενη ρωσική απειλή, αναγνωρίζοντας τη μετάβαση από την παραδοσιακή άμυνα σε υβριδικές προκλήσεις. Η έμφαση στην ενότητα και τη συνεργασία με το ΝΑΤΟ είναι θετική, ιδιαίτερα με παραδείγματα όπως η ιταλική υποστήριξη στην Εσθονία. Όπως και η αποδοχή προστασίας του συνόλου των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, παρά τα πολλά ερωτήματα που εγείρονται ως προς την πρακτική εφαρμογή της ιδέας.
Προκλήσεις και αμφιβολίες
Ωστόσο, η πρόταση για το «τείχος αντι-drones» εγείρει ερωτήματα: η αποτελεσματικότητά του παραμένει αβέβαιη, δεδομένης της ταχέως εξελισσόμενης τεχνολογίας, και η εξάρτηση από την Ουκρανία ενδέχεται να επιβαρύνει περαιτέρω την ήδη κουρασμένη χώρα.
Η ιδέα της ενίσχυσης της ευρωπαϊκής βιομηχανίας είναι φιλόδοξη, αλλά η απαιτούμενη γραφειοκρατική απλοποίηση και η εξασφάλιση πρώτων υλών ενδέχεται να καθυστερήσουν την υλοποίηση. Επιπλέον, η δέσμευση του 65% των κονδυλίων του προγράμματος SAFE στην ΕΕ είναι ελκυστική, αλλά κινδυνεύει να περιορίσει τη συνεργασία με μη ευρωπαϊκούς εταίρους, που είναι κρίσιμοι για την τεχνολογική πρόοδο.
Τέλος, η έκκληση για αποτροπή είναι πειστική, αλλά η έλλειψη συγκεκριμένων μέτρων κατά της Ρωσίας αφήνει ανοιχτό το ερώτημα αν η ΕΕ θα επιλέξει τη στρατιωτική κλιμάκωση από τη διπλωματία για την -εκ νέου- επίτευξη βιώσιμης ειρήνης στην Ευρώπη.
Στην πρώτη περίπτωση τα οικονομικά οφέλη για τους μετέχοντες σε προγράμματα εξοπλισμών είναι προφανή, όσο ο κατ’ ανάγκην περιορισμός των πολιτικών συνοχής, διότι ο “λογαρισμός” δεν βγαίνει.
Ο επόμενος πολυετής προϋπολογισμός της Ένωσης απαιτεί ίδιους πόρους για την ΕΕ (δηλαδή νέους φόρους) και μεγαλύτερη οικονομική συνεισφορά από τους εθνικούς προϋπολογισμούς για να προχωρήσουν τα -επιπλέον των εθνικών και νατοϊκών- ευρωπαϊκά αμυντικά σχέδια.
Μόνον οι χώρες της Βαλτικής λένε, προσώρας, “ναι σε όλα”. Αφενός διότι αισθάνονται μεγαλύτερη απειλή λόγω εγγύτητας με τη Ρωσία, αφετέρου διότι σε απόλυτους αριθμούς η συνεισφορά τους θα είναι πολύ μικρότερη από το οιοκονομικό βάρος που θα φέρουν τα άλλα κράτη μελής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ας μην παραβλέπουμε το γεγονός ότι και η ύπατη εκπρόσωπος της ΕΕ, Κάγια Κάλλας, και ο αρμόδιος Επίτροπος για την Άμυνα, Άντριους Κουμπίλους, έχουν θητεύσει ως πρωθυπουργοί στις χώρες τους, Εσθονία και Λιθουανία.
Ποιος θα διοικεί το “τείχος αντι-Drones”;
Ένα από τα κεντρικά ερωτήματα που προκύπτει από την πρόταση της φον ντερ Λάιεν για το “τείχος αντι-drones” – ένα πανευρωπαϊκό σύστημα ανίχνευσης, παρεμπόδισης και εξουδετέρωσης drones, που θα καλύπτει από τα ανατολικά σύνορα μέχρι το νότιο χώρο της ΕΕ – αφορά τον έλεγχο και τη διοίκησή του.
Στην ομιλία της, η Πρόεδρος της Επιτροπής περιγράφει ένα φιλόδοξο σχέδιο σε στενή συνεργασία με το ΝΑΤΟ, εμπνευσμένο από την ουκρανική εμπειρία, αλλά δεν διευκρινίζει ποιος θα έχει τον τελικό λόγο. Θα είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ως κεντρικός συντονιστής, ή τα κράτη-μέλη, ιδιαίτερα εκείνα στα ανατολικά σύνορα όπως η Πολωνία και η Εσθονία, που νιώθουν άμεσα απειλούμενα; Ή μήπως το ΝΑΤΟ, με την εδραιωμένη στρατιωτική του δομή, θα αναλάβει τον επιχειρησιακό έλεγχο, δημιουργώντας εντάσεις με χώρες όπως η Γαλλία ή η Γερμανία που προτιμούν μια πιο “ευρωπαϊκή” προσέγγιση;
Πάντως, η Κάγια Κάλλας στην ακρόασή της από τους ευρωβουλευτές πριν αναλάβει τη θητεία της είχε αποκλείσει κάθε ενδεχόμενο δημιουργία ευρω-στρατιωτικού μηχανισμού, λέγοντας μάλιστα ότι “θα χαθούμε στην ασυνεννοησία”.
Αυτός ο προβληματισμός γίνεται ακόμα πιο έντονος αν λάβουμε υπόψη τις εσωτερικές διαιρέσεις στην ΕΕ, όπου χώρες κοντά στη Ρωσία πιέζουν για άμεση δράση, ενώ άλλες, πιο απομακρυσμένες, διστάζουν λόγω κόστους και προτεραιοτήτων.
Η υλοποίηση ενός τέτοιου συστήματος, με προϋπολογισμό από τα 800 δισ. ευρώ του προγράμματος “Προετοιμασία 2030”, εγείρει ζητήματα εθνικής κυριαρχίας – πώς θα διασφαλιστεί ότι η Ουγγαρία ή η Σλοβακία, με φιλορωσικές τάσεις, δεν θα υπονομεύσουν το σύστημα; Επιπλέον, σε περίπτωση κρίσης, ποιος θα αποφασίσει για την ενεργοποίησή του;
Χωρίς σαφές πλαίσιο διοίκησης, το “τείχος” κινδυνεύει να γίνει πηγή διαφωνιών αντί για ενότητα, ενισχύοντας τις ρωγμές που η Ρωσία εκμεταλλεύεται ήδη.
Αν πράγματι η Ρωσία έχει πρόθεση να επιτεθεί στην ΕΕ, γιατί να περιμένει μέχρι το 2030;
Η ομιλία της φον ντερ Λάιεν προϋποθέτει μια μακροπρόθεσμη ρωσική απειλή, με ορίζοντα το 2030, όταν η ΕΕ θα έχει ολοκληρώσει τα εξοπλιστικά της προγράμματα. Ωστόσο, αυτό εγείρει ακόμη ένα κρίσιμο ερώτημα: Αν η Ρωσία, πράγματι, σχεδιάζει επίθεση στην ΕΕ ή σε μέλη του ΝΑΤΟ, γιατί να περιμένει μέχρι τότε, επιτρέποντας στην Ένωση να ενισχυθεί στρατιωτικά, αντί να χτυπήσει νωρίτερα και να προκαλέσει χάος; Η απάντηση κρύβεται στις τρέχουσες αδυναμίες της Μόσχας, όπως φαίνεται από αναλύσεις διεθνών think tanks.
Η Ρωσία, εξαντλημένη από τον πόλεμο στην Ουκρανία, έχει υποστεί τεράστιες απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό και εξοπλισμό, ενώ οι οικονομικές κυρώσεις έχουν περιορίσει την ικανότητά της για μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις. Εκτιμήσεις δείχνουν ότι η Ρωσία θα χρειαστεί χρόνο για ανασυγκρότηση, πιθανώς μέχρι το 2025-2030, για να αποκτήσει την ικανότητα επίθεσης σε ΝΑΤΟϊκή χώρα, ιδιαίτερα αν υπάρξει παύση στον ουκρανικό πόλεμο.
Από την άλλη, μια πρόωρη επίθεση θα ήταν καταστροφική για το Κρεμλίνο, καθώς το ΝΑΤΟ διαθέτει υπεροχή σε τεχνολογία και πόρους – η Ρωσία θα μπορούσε να εμπλακεί σε τοπική σύγκρουση μέσα σε μήνες, αλλά όχι σε πλήρη πόλεμο. Αντίθετα, η στρατηγική του Πούτιν φαίνεται να εστιάζει σε υβριδικές ενέργειες, όπως οι πρόσφατες ασκήσεις Zapad-2025, για να δοκιμάσει τις αντιδράσεις του ΝΑΤΟ και να σπείρει διχασμό χωρίς ανοιχτή σύγκρουση.
Ο Ουκρανός Πρόεδρος Ζελένσκι έχει προειδοποιήσει ότι ο Πούτιν μπορεί να επιτεθεί σε ΝΑΤΟϊκή χώρα μέσα σε πέντε χρόνια (δηλαδή μέχρι το 2030), ενώ δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών εκτιμούν προετοιμασίες για μεγάλης κλίμακας σύγκρουση μέχρι τότε.
Τελικά, η αναμονή επιτρέπει στη Ρωσία να ανακάμψει, αλλά και στην ΕΕ να οχυρωθεί – το ερώτημα είναι αν η υβριδική πολεμική θα κλιμακωθεί νωρίτερα, εκμεταλλευόμενη εσωτερικές διαιρέσεις, όπως εκλογές ή οικονομικές πιέσεις.
Το απόσταγμα της ομιλίας
Ο λόγος της κ. φον ντερ Λάιεν θέτει τα θεμέλια για μια ισχυρότερη ευρωπαϊκή άμυνα, συνδυάζοντας τεχνολογία και οικονομία. Ωστόσο, η επιτυχία εξαρτάται από την ικανότητα της ΕΕ να ξεπεράσει γραφειοκρατικές και τεχνολογικές προκλήσεις, ενώ η στάση απέναντι στη Ρωσία θα καθορίσει αν η ΕΕ θα ενισχυθεί ή θα διχαστεί. Η πρόκληση είναι μεγάλη, και η απάντηση απαιτεί τόλμη και αποφασιστικότητα. Θα δούμε άραγε δείγματα στη σύνοδο κορυφής των ηγετών της ΕΕ, στις 23 Οκτωβρίου ή η γαλλική πολιτική κρίση θα αποδυναμώσει περαιτέρω την πρόθεση αμυντικής συνοχής;
Ανταπόκριση – Βρυξέλλες
www.ertnews.gr
Διαβάστε περισσότερα… Read More