Η επίπτωση της ενεργειακής κρίσης στην κλιματική-Η εξέλιξη των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου
Η επίπτωση των ενεργειακών επιλογών της Ευρώπης λόγω κρίσης στη επιδείνωση της κλιματικής κρίσης και οι προβλέψεις για την εξέλιξη των τιμών του πετρελαίου και φυσικού αερίου εξετάστηκαν στην εκπομπή του Πολυδεύκη Παπαδόπουλου «Με το Πρώτο στην Ευρώπη και τον Κόσμο» (Α’ Πρόγραμμα ΕΡΑ, Σάββατα και Κυριακές 12.00-13.00). Καλεσμένη ήταν η Μαρίκα Καραγιάννη, νομικός και διεθνολόγος, με εξειδίκευση στα διεθνή ενεργειακά θέματα και την ενεργειακή διπλωματία. Είναι, επίσης, επιστημονική συνεργάτης και επισκέπτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, στο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδας και στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Οι γιγαντιαίες πυρκαγιές του Καναδά κατά βάσιν αποδίδονται στην κλιματική κρίση. Οι εκδηλώσεις αυτής της κρίσης γίνονται ολοένα και συχνότερες και μεγαλύτερες σε διαστάσεις, είτε αφορούν πυρκαγιές, είτε ξηρασίες, είτε, το αντίθετο, πλημμύρες. Ωστόσο, οι πράξεις κρατών, οικονομιών, κοινωνιών εξακολουθούν να πηγαίνουν προς την αντίθετη κατεύθυνση σε επίπεδο επιλογών. Μένοντας μόνον στην Ευρώπη, η έντονη ενεργειακή κρίση που ξεκίνησε το φθινόπωρο του ’21 και η οποία επιδεινώθηκε με την ρωσική επίθεση στην Ουκρανία 6 μήνες πιο μετά, τείνει να αναιρέσει αρκετά από τα στοιχεία της “πράσινης μετάβασης” που είχε αποφασιστεί και για την οποία η ΕΕ μπορούσε να θεωρηθεί πως βρίσκεται στην πρωτοπορία διεθνώς.
Στην προσπάθεια να βρεθούν πρόσκαιρες λύσεις και να γίνει μια γρήγορη απεξάρτηση από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες, χρησιμοποιούνται ξανά ανθρακικές μονάδες, χαρακτηρίζονται -τουλάχιστον προσωρινά– ως πράσινες μορφές ενέργειας το φυσικό αέριο και η πυρηνική ενέργεια και έτσι γίνονται επιλέξιμες υποδομές για κοινοτικές ενισχύσεις, κατασκευάζονται βιαστικά πολυάριθμες εγκαταστάσεις για υποδοχή LNG και ξεκινούν ή σχεδιάζονται νέες γεωτρήσεις και έρευνες για εξορύξεις. Οι περισσότερες από αυτές τις επιλογές, αφενός δεν συνάδουν με μια πράσινη στροφή -που αντί να επιταχυνθεί μοιάζει να επιβραδύνεται- και αφετέρου αφορούν “βαριές” και μεσομακροπρόθεσμες επενδύσεις, που είναι απίθανο να αποσυρθούν ή να αποσβεστούν έως το 2050, που η ΕΕ έχει δεσμευτεί να σταματήσει τη χρήση υδρογονανθράκων κι ακόμη λιγότερο έως το 2030, που πρέπει να έχει υπάρξει σημαντική μείωση. Επομένως, τίθεται το ερώτημα αν η αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής κρίσης μπορεί να γίνει ένα από τα βασικά θύματα της ενεργειακής κρίσης.
Στις αρχές Απριλίου ο ΟPEC+ (οι χώρες του ΟΠΕΚ συν τη Ρωσία) αποφάσισε τη μείωση της παραγωγής του πετρελαίου κατά 1.5 εκατ. βαρέλια έως τα τέλη του 2024 με σκοπό την συγκράτηση των τιμών του που βρίσκονταν σε σημαντική υποχώρηση, αν και στους σταθμούς καυσίμων η μείωση, ως συνήθως, ήταν αισθητά μικρότερη. Στο δίμηνο που ακολούθησε οι τιμές δεν διόρθωσαν, με αποτέλεσμα σε νέα συνεδρίαση της πετρελαϊκής ένωσης στις 3-4/6 η Σ. Αραβία να ανακοινώσει περαιτέρω μείωση της δικής της παραγωγής κατά 1 εκατ. βαρέλια μέσα στον Ιούλιο. Στις μέρες που ακολούθησαν οι τιμές του Brent και του Αμερικανικού Αργού έκαναν ένα μικρό roller coaster +/- έως 5 δολ. Ωστόσο, οι τιμές σε γενικές γραμμές διατηρούνται για το Brent κάτω από 75 δολ και το Αργό κάτω κι από 70 δολ, αν και παραμένουν οι προβλέψεις για αύξηση και σταθεροποίηση μέσα στους επόμενους μήνες στα 100 δολ. Και το ζήτημα που συζητήθηκε με την κα Καραγιάννη ήταν από ποιους παράγοντες θα εξαρτηθεί τελικά η άνοδος ή η στασιμότητα των τιμών του μαύρου χρυσού.
Επίσης, από τα μέσα του περασμένου φθινοπώρου οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν βρεθεί σε αρκετά χαμηλά επίπεδα, τα οποία δεν έχουν καμιά σχέση με τα δυσθεώρητα ύψη του καλοκαιριού και του φθινοπώρου του 2021, ανεξάρτητα αν αυτό δεν έγινε ιδιαίτερα αισθητό στις τελικές τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Στην όλη εξέλιξη της τιμής του φυσικού αερίου, τουλάχιστον στην Ευρώπη, βοήθησε και ο ήπιος χειμώνας που δεν είναι δεδομένος για τη συνέχεια. Επομένως τίθενται και στο θέμα αυτό τα ερωτήματα από ποιες παραμέτρους θα εξαρτηθεί η τιμή του φυσικού αερίου μετά το καλοκαίρι, αν έχουν βρεθεί επαρκώς οι εναλλακτικοί προμηθευτές και σε τι τιμές, αν έχουν δημιουργηθεί νέοι μηχανισμοί σταθεροποίησης των τιμών στην ΕΕ κι εξοικονόμησης ενέργειας, καθώς και πόσο αποδίδει η στροφή στις ΑΠΕ.
Τέλος, πριν μερικές μέρες επιβεβαιώθηκε επισήμως πως η ευρωζώνη έχει εισέλθει σε “τεχνική ύφεση”, καθώς παρουσίασε αρνητική ανάπτυξη, έστω μικρή (-0.1%), για δύο συνεχή τρίμηνα. Το αρνητικό αυτό ποσοστό είναι ακόμη πιο αυξημένο για την ατμομηχανή της ευρωζώνης, τη Γερμανία (0.5% και 0,3%), ενώ και οι προβλέψεις του ΟΟΣΑ δίνουν πενιχρή ανάπτυξη 0,9% για το σύνολο της ζώνης για όλο το 2023. Κι άπαντες οι αναλυτές συμφωνούν πως ο παράγων υψηλό κόστος ενέργειας ήταν και θα είναι καθοριστικός σ’ αυτή την εξέλιξη. Η δε κα Καραγιάννη συμπλήρωσε πως η τάση αυτή δεν πρόκειται να ανατραπεί όσο διαρκεί ο πόλεμος στην Ουκρανία.
www.ertnews.gr
Διαβάστε περισσότερα… Read More