Η διδασκαλία των ελληνικών στο καλύτερο σχολείο της Μασσαλίας
Τον 19ο αιώνα οι Έλληνες που ζούσαν στην Μασσαλία ήταν έμποροι και εφοπλιστές, που συνέχιζαν την μακραίωνη παρουσία τους στην πόλη. Η ανάγκη εκπαιδεύσεως των παιδιών τους έδωσε την δυνατότητα της διδασκαλίας των ελληνικών στα γαλλικά σχολεία .
Σήμερα την εκπαίδευση όχι των εναπομεινάντων Ελλήνων, αλλά και των γαλλόπαιδων έχει αναλάβει η εκπαιδευτικός Ιωάννα Μουσσικούδη, με την βοήθεια της οποίας το σχολείο επιβραβεύτηκε ως το καλύτερο της Γαλλίας.
Το 1827 ο Στέφανος Ζαφειρόπουλος στην διαθήκη του άφησε ένα σημαντικό ποσό για την διδασκαλία των ελληνικών στα σχολεία και αυτό συνεχίστηκε έως τις αρχές του 20ου αιώνα. Έπειτα το πρόγραμμα διεκόπη, αλλά κάποια στιγμή οι γαλλικές αρχές ξεκίνησαν μια μεγάλη καμπάνια για να εισαχθούν τα ελληνικά ως μάθημα στα σχολεία. Θεατρικά έργα με επίκεντρο τους αρχαίους κλασσικούς και ότι αφορά τον ελληνικό πολιτισμό αποτελούν κίνητρο για τους μαθητές να μάθουν περισσότερα.
Στις μεγάλες τάξεις στο λύκειο δεν διδάσκονται, αλλά στο γυμνάσιο, τα παιδιά επιλέγουν την γλώσσα και αυτό γίνεται το εφαλτήριο για να μυηθούν στον κόσμο της φιλοσοφίας, της τέχνης, του ορθού λόγου και της επιστημονικής σκέψεως.
Στο λύκειο όπου διδάσκει η κ. Μουσσικούδη, φαίνεται πως σπούδασαν γνωστοί Έλληνες που ξεκίνησαν την ζωή τους στην Γαλλία. Μεταξύ αυτών ο ηθοποιός Ντίνος Ηλιόπουλος μαζί με τον αδελφό του Αλέξανδρο. Ο Ροζέ Μιλιέτ, που ασχολήθηκε με τους Έλληνες της Μασσαλίας κατέθεσε έναν μακροσκελή κατάλογο με ονόματα, άφησαν το στίγμα τους.
Αμφιθεατρικά κτισμένη γύρω από το λιμάνι της η Μασσαλία, ιδρυθείσα από Ίωνες Φωκαείς, έγινε μια από τις μεγαλύτερες πόλεις εκτός του Ελλαδικού χώρου, κέντρο του διαμετακομιστικού εμπορίου στην Μεσόγειο. Από εκεί τον Μάρτιο του 325 π.Χ. ξεκίνησε το ταξίδι του ο γεωγράφος και αστρονόμος Πυθέας ο Μασσαλιώτης, για να πλεύσει επί πέντε χρόνια από τις ακτές της Μεσογείου μέσω των στύλων του Ηρακλή στον Ατλαντικό και την βόρειο θάλασσα στον γνωστό περίπλου Περί Ωκεανού και Γης. Έφτασε στην Κορνουάλη, την Ιρλανδία, και ίσως στις Εβρίδες νήσους, από όπου πέρασε στο Ισλανδία. Ακολούθως, προσέγγισε την ανατολική ακτή της Αγγλίας, και φέρεται ως εκείνος που την ονόμασε Britannia και περιέγραψε την ιδιαιτερότητα της παλίρροιας της.
Με βάση τις γεωγραφικές συντεταγμένες, θεωρείται βέβαιο ότι έκανε τις περισσότερες παρατηρήσεις του στο Isle of Man, που βρίσκεται μεταξύ Βρετανίας και Ιρλανδίας, σύμφωνα με τον George Broderick, καθηγητή Κελτικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Mannheim. Μέσα καλοκαιριού, σε ένα ταξίδι «έξι ημερών από την Βρετανία, κοντά στον Αρκτικό Ωκεανό», περιέγραψε ένα νησί, με περίμετρο 40.000 στάδια χωρίς φυτά και ζώα, μόνιμα παγωμένο, την Θούλη το βορειότερο σημείο της γής εκείνη την εποχή. Ο Πυθέας επισκέφτηκε την Ολλανδία και το βόρειο τμήμα της Γερμανίας, όπου ξεκινά η «γη των Σκυθών». Εκείνος ονόμασε δύο γερμανικές φυλές εκ των οποίων την γνωστότερη σήμερα Τεύτονες. Επέστρεψε στην πατρίδα του στη Μασσαλία, όπου πέθανε. Σύμφωνα με μια εκδοχή ήταν ένα ταξίδι που οργανώθηκε από τους εμπόρους της Μασσαλίας για να βρούν νέες αγορές, να αγοράζουν κασσίτερο, κεχριμπάρι και δέρματα ζώων. Σε μια περίοδο που άρχιζε η ανάδυση της Ρώμης, οι ντόπιοι προσπάθησαν να επωφεληθούν από τον ανταγωνισμό μεταξύ Καρχηδονίων και Ρωμαίων για την εμπορική κυριαρχία της περιοχής.
Όπως όμως εξηγεί το μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας Jacques Blamont, αστροφυσικός, ιδρυτής και διευθυντής του Εθνικού Κέντρου Διαστημικών Μελετών (CNES), εκλεγμένος στην Γαλλική Ακαδημία, ο Πυθέας στάλθηκε σε αυτήν την αποστολή από τον Μέγα Αλέξανδρο, για να εξερευνήσει τον Ωκεανό, αφού ετοιμαζόταν να περιοδεύσει στην Οικουμένη, προτού τον προλάβει ο θάνατος.[1]
Η συνεισφορά του Πυθέα ήταν εξαιρετική. Ήταν αυτός που περιέγραψε την απόκλιση του Πολικού Αστέρα-της Μικράς Άρκτου από τον βόρειο πόλο. Ένας πραγματικός ερευνητής που τιμούν οι Γάλλοι και ενέπνευσε τον Ιούλιο Βέρν να γράψει για τα ταξίδια του Φιλέα Φόγκ, με μια μικρή αλλαγή του ονόματος.
Πέρα από τα αρχιτεκτονικά καλλιτεχνήματα, που βλέπει ο επισκέπτης κατηφορίζοντας τις κεντρικές οδούς που οδηγούν στο λιμάνι της Μασσαλίας, αξίζει μια ακόμη περιήγηση. Ένα υπαίθριο μουσείο εξαπλώνεται στην καρδιά της Μασσαλίας σε έκταση 10.000. τ.μ., ο Κήπος των απομεινάντων ή των Ερειπίων (Jardin des Vestiges), για να υπενθυμίζει τους πρώτους Έλληνες οικιστές της αρχαίας πόλεως τον 6ο π.χ. αιώνα. Λιμενικές εγκαταστάσεις, οχυρωματικά έργα, τείχη, οικίες, νεκρόπολη, λατρευτικά μνημεία, είχαν καταστήσει τον πόλη μια εμπορική περιοχή υψηλού πολιτισμού σε σχέση με τον άγριο γαλατικό βορά.
[1] Jacques Émile Blamont, Le Chiffre et le songe, Histoire politique de la découverte, éd. Odile Jacob, 1993, σ. 102.
www.ertnews.gr
Διαβάστε περισσότερα… Read More