Η Γερμανία σχεδιάζει την αυστηροποίηση του ελέγχου των όπλων
Η γερμανική κυβέρνηση σχεδιάζει να κάνει ακόμη πιο αυστηρούς ελέγχους ιστορικού για πιθανούς κατόχους όπλων. Ωστόσο, παραμένουν ερωτήματα σχετικά με το εάν οι αρχές είναι επαρκώς εξοπλισμένες για τη διενέργεια τέτοιων ελέγχων.
Ο λόγος είναι πως η κυβέρνηση της Γερμανίας προσπαθεί να αποτρέψει τους πολιτικούς εξτρεμιστές και τους ψυχολογικά διαταραγμένους να αγοράζουν όπλα.
Η τελευταία έκκληση για περιορισμούς έρχεται εν μέρει ως απάντηση στις δολοφονίες στο Χανάου το Φεβρουάριο του 2020 όταν ένας ρατσιστής δολοφόνησε εννέα έγχρωμους πριν σκοτώσει τη μητέρα του και αυτοκτονήσει.
Είχε αγοράσει όπλα νόμιμα, παρόλο που είχε διαγνωστεί με συμπτώματα παράνοιας το 2002, όταν είπε στην αστυνομία ότι τον κατασκόπευαν και οτι “βιαζόταν ψυχολογικά» από τις πρίζες στους τοίχους του σπιτιού του” Ο Τόμπιας Ρ. κατείχε νόμιμα τρία όπλα τη στιγμή των δολοφονιών και είχε δανειστεί ένα άλλο από έναν έμπορο όπλων.
Σε δήλωσή του στη DW, εκπρόσωπος του υπουργείου Εσωτερικών επιβεβαίωσε ότι επί του παρόντος εκπονείται ένα προσχέδιο νομοσχεδίου, πρόθεση του οποίου είναι να διευρύνει το πεδίο των ελέγχων ιστορικού που μπορούν και πρέπει να κάνουν οι αρχές πριν χορηγήσουν ή ανανεώσουν μια άδεια οπλοφορίας.
Ψυχικές ασθένειες και οπλοκατοχή
Περίπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι στη Γερμανία κατέχουν νόμιμα συνολικά περισσότερα από πέντε εκατομμύρια πυροβόλα όπλα. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι σκοπευτές αγωνιστικής σκοποβολής κυνηγοί ή δασολόγοι. Αν και η ένοπλη βία είναι σχετικά σπάνια στη Γερμανία, κατά μέσο όρο 155 άνθρωποι σκοτώνονται από πυροβολισμούς κάθε χρόνο.
Ο Μάρσελ Εμεριχ, μέλος του κοινοβουλίου του Κόμματος των Πρασίνων και εκπρόσωπος εσωτερικής πολιτικής, είναι πεπεισμένος ότι τα πρόσφατα περιστατικά δείχνουν ότι οι γερμανικοί κανόνες για την κατοχή όπλων πρέπει να περιοριστούν περισσότερο. «Οσο λιγότερα όπλα είναι ιδιωτικά σημαίνει περισσότερη δημόσια ασφάλεια», είπε.
Τα σχέδια της κυβέρνησης περιλαμβάνουν την απαίτηση από τις αρχές που χορηγούν άδειες κατοχής όπλων -κυρίως την αρμόδια κρατική αστυνομία- να ελέγχουν σε συνεργασία με τις υγειονομικές αρχές εάν οι αιτούντες έχουν ιστορικό ψυχικής ασθένειας.
Ομως το θέμα της ψυχικής ασθένειας εγείρει πολλά προβλήματα, σύμφωνα με τον Ντίτμαρ Χόϊμπροκ, καθηγητή εγκληματολογικής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βρέμης, και πρώην ειδικό μάρτυρα στον έλεγχο των όπλων για το γερμανικό κοινοβούλιο. Οπως υποστηρίζει ο καθηγητής οι υγειονομικές αρχές δεν έχουν απαραίτητα πλήρη αρχεία για τις ψυχικές ασθένειες, και καμία βάση δεδομένων δεν μπορεί να καλύψει την ποικιλία των ψυχολογικών ζητημάτων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε βία. «Μήπως να αναρωτηθούμε αν έχουμε τις σωστές διαδικασίες για να αναγνωρίσουμε τους πιθανούς ψυχολογικούς κινδύνους που μπορεί να αναπτυχθούν στη μετέπειτα ζωή;» είπε.
«Ας πούμε ότι έχω ήδη ένα όπλο και μετά με χτυπάει μια προσωπική κρίση, χάνω τα μέσα βιοπορισμού μου και αρχίζω να αναπτύσσω βίαιες φαντασιώσεις, θέλω να εκδικηθώ τον εαυτό μου για την κοινωνία και θέλω να βγω έξω και να σκοτώσω όλους όσους βλέπω», λέει στη DW. «Καμία υγειονομική αρχή δεν θα το γνώριζε αυτό».
Η λύση, σύμφωνα με τον Χόϊμπροκ, είναι η ανάπτυξη νέων ψυχολογικών τεστ που θα πρέπει να περάσει κάθε υποψήφιος για να αποκτήσει κάρτα οπλοφορίας. «Τα τρέχοντα τεστ είναι 20 ετών και κάθε τεστ, είτε πρόκειται για τεστ νοημοσύνης είτε για τεστ προσωπικότητας, πρέπει να τυποποιηθεί εκ νέου μετά από κάποιο χρονικό διάστημα», εξηγεί.
Ο βουλευτής του Πράσινου Κόμματος Eμεριχ συμφωνεί, λέγοντας ότι ο νέος νόμος θα μπορούσε, για παράδειγμα, να απαιτεί από όλους τους αιτούντες να περάσουν ένα τεστ ψυχολογικής αξιολόγησης και όχι μόνο όσοι είναι κάτω των 25 ετών, όπως απαιτεί τώρα ο νόμος.
Η Γερμανική Ομοσπονδία Σκοποβολής και Τοξοβολίας (DSB), η οποία αριθμεί περίπου 1,3 εκατομμύρια μέλη, αμφιβάλλει εάν η συλλογή ευαίσθητων δεδομένων υγείας θα είναι νομικά βιώσιμη και εάν κάποιος χωρίς ιατρική εμπειρία έχει τα προσόντα να τα ερμηνεύσει σωστά.
«Για παράδειγμα, ένας αξιωματούχος μιας ρυθμιστικής αρχής σίγουρα δεν μπορεί να κρίνει εάν μια καταχώριση σε έναν φάκελο υγείας σχετίζεται ακόμη και με τη νομοθεσία για τα όπλα», δήλωσε ο εκπρόσωπος του DSB Τίλο Φον Χάγκεν σε ένα email στη DW.
Αρκετές τροποποιήσεις στο νόμο περί όπλων
Η Γερμανία έχει συνεχώς αυστηρότερους νόμους για τα όπλα μετά από μαζικούς πυροβολισμούς. Τα όρια ηλικίας για την κατοχή όπλων αυξήθηκαν μετά από ένα σχολικό πυροβολισμό στην Ερφούρτη το 2002, ενώ τυχαίοι επιτόπιοι έλεγχοι στους κατόχους όπλων, για να διασφαλιστεί ότι κατέχουν όπλα σύμφωνα με τους κανονισμούς, εισήχθησαν μετά από μια μαζική επίθεση στην πόλη Βίνεντεν το 2009.
Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι το 2015, η ΕΕ τροποποίησε την οδηγία για τα πυροβόλα όπλα, η οποία ενσωματώθηκε στη γερμανική νομοθεσία το 2020, και αυτή είναι η τελευταία τροποποίηση μέχρι σήμερα.
Από τότε οι αρχές πυροβόλων όπλων υποχρεώθηκαν να ελέγξουν με την εγχώρια υπηρεσία πληροφοριών εάν κάποιος που αιτείται άδεια οπλοφορίας είναι γνωστός ως εξτρεμιστής.
Από το 2020, οι αρχές υποχρεούνται επίσης να ελέγχουν κάθε πέντε χρόνια εάν οι εγγεγραμμένοι Γερμανοί κάτοχοι όπλων έχουν νόμιμη «ανάγκη» να κατέχουν όπλο: Στην πράξη, αυτό σημαίνει συχνά ότι η αστυνομία θα ελέγχει εάν ο κάτοχος του όπλου εξακολουθεί να είναι μέλος σκοπευτικής λέσχης ή έχει άδεια κυνηγιού.
Ωστόσο έχουν υπάρξει αναφορές για νεοναζί που εντάχθηκαν σε σκοπευτικούς συλλόγους και λέσχες και η Γερμανία έχει συγκλονιστεί τα τελευταία χρόνια από τις ιστορίες των λεγόμενων Reichsbürger (οπαδοί θεωριών συνωμοσίας που πιστεύουν ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας δεν είναι νόμιμο κράτος) οι οποίοι μαζεύουν πυροβόλα όπλα.
Δύο πρόσφατοι ακροδεξιοί δράστες, ο δράστης του Χάναου, Tόμπιας Ρ., και ο Στέφαν E , ο νεοναζί που δολοφόνησε τον τοπικό κυβερνήτη Βάλτερ Λέμπκε το 2019, είχαν και οι δύο γραφτεί σε κλαμπ σκοποβολής.
Οι ιδιοκτήτες όπλων στη Γερμανία δεν βλέπουν την ανάγκη για περισσότερους κανονισμούς. Ο Τόρστεν Ράϊνβαλντ, εκπρόσωπος της Γερμανικής Κυνηγετικής Ένωσης (DJV), που εκπροσωπεί περίπου 250.000 εγγεγραμμένους Γερμανούς κυνηγούς, λέει ότι το πρόβλημα είναι η εφαρμογή των ισχυόντων νόμων και όχι οι ίδιοι οι νόμοι.
«Το Χανάου θα μπορούσε να είχε αποτραπεί», λέει ο Ράϊνβαλντ στη DW. “Τα γεγονότα ήταν στο τραπέζι. Ήταν γνωστό ότι αυτό το άτομο ήταν ψυχικά άρρωστο, αλλά δεν ελήφθησαν μέτρα. Αν οι αρχές είχαν οργανωθεί καλύτερα, αυτό το άτομο θα μπορούσε να είχε απομακρυνθεί εγκαίρως. Αυτό είναι το βασικό πρόβλημα, το να κάνουμε τώρα νέες τροποποιήσεις, είναι απλώς «πλασέμπο», τίποτα περισσότερο».
Προσωπική ελευθερία, ιδιωτικότητα και προνόμια
Οι αρχές έχουν ήδη σχετικά ευρείες εξουσίες να ελέγχουν τους κατόχους όπλων. Εάν έχουν υποψίες για όσους αιτούνται άδειες μπορούν να ζητήσουν πρόσθετο πιστοποιητικό υγείας. Ο Ράϊνβαλντ λέει ότι οι τοπικοί έλεγχοι της αστυνομίας συνιστούν ήδη «μια σοβαρή παραβίαση στην προσωπική ελευθερία».
Μια άλλη ανησυχία είναι η ιδιωτικότητα
Οι νεοφιλελεύθεροι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP), το κυβερνητικό κόμμα που είναι πιο ευαίσθητο σε θέματα προσωπικής ελευθερίας, έχει ήδη επισημάνει ανησυχίες σχετικά με τα σχέδια του υπουργείου Εσωτερικών.
Ο βουλευτής του Κόμματος των Πρασίνων, Έμεριχ, αναγνωρίζει ότι τα ιατρικά δεδομένα είναι “ιδιαίτερα ευαίσθητα”, αλλά πρόσθεσε ότι αυτό θα ληφθεί υπόψη σε οποιονδήποτε νέο νόμο. «Η πρόκληση είναι ο υπεύθυνος χειρισμός των δεδομένων, αλλά και η διασφάλιση ότι ορισμένοι άνθρωποι δεν παίρνουν στα χέρια τους όπλα», είπε.
Η ιστορικός Ντάγκμαρ Έλερμπροκ από το Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Δρέσδης είπε στο δημόσιο ραδιόφωνο Deutschlandfunk ότι κατά την άποψή της η συζήτηση για τους περιορισμούς ήταν παραπλανητική Η κατοχή όπλου, είπε, δεν είναι βασικό δικαίωμα που τώρα περιορίζεται από το νόμο. «Είναι ένα προνόμιο», είπε. “Ένα προνόμιο που χορηγείται σε ορισμένους ανθρώπους. Και όποιος θέλει να του παραχωρηθεί αυτό το προνόμιο πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις για αυτό.”
Πηγή: Deutsche Welle
www.ertnews.gr
Διαβάστε περισσότερα… Read More