Αφιέρωμα στα Ελληνικά Τελωνεία: Η δημόσια υπηρεσία με 200 χρόνια ιστορίας (1822 – 2022)
Η 16η Νοεμβρίου αποτελεί επίσημη εορτή της ελληνικής Τελωνειακής Υπηρεσίας από το 1979, όταν αναγνωρίστηκε ο Ευαγγελιστής Ματθαίος ως Προστάτης των Τελωνειακών Υπαλλήλων. Ο φετινός εορτασμός είναι εμβληματικός, καθώς ο θεσμικός βίος των ελληνικών τελωνείων μετρά πια 200 χρόνια, με αφετηρία τις πρώτες διοικητικές πράξεις περί οργάνωσης τελωνείων στην επαναστατημένη Ελλάδα από τη Μεσσηνιακή Γερουσία την 16η Δεκεμβρίου 1822.
Με αφορμή αυτή την ιστορική επέτειο, το ertnews.gr δημοσιεύει ένα αφιέρωμα για την ιστορική εξέλιξη των τελωνείων, καθώς η συγκεκριμένη δημόσια υπηρεσία είναι η αρχαιότερη πολιτική υπηρεσία της χώρας μας και έχει πολυδιάστατο χαρακτήρα (από την είσπραξη δασμών και φόρων μέχρι την προστασία της δημόσιας υγείας, του περιβάλλοντος και των πολιτιστικών αγαθών).
Σήμερα, τα τελωνεία ως περιφερειακές υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων & Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης της ΑΑΔΕ (Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων), αποτελούν σημαντικό μηχανισμό είσπραξης και διασφάλισης δημοσίων εσόδων υπέρ του εθνικού προϋπολογισμού (που υπερβαίνουν τα 10 δις ευρώ ετησίως), προστασίας και ασφάλειας στις συνοριακές πύλες της χώρας (και κατ’ επέκταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης) αλλά και «εργαλείο» διευκόλυνσης της εξαγωγικής προσπάθειας και ανάπτυξης της διεθνούς εφοδιαστικής αλυσίδας μέσω σύγχρονων και ψηφιακών τελωνειακών διαδικασιών και απλουστεύσεων.
Τα πρώτα ελληνικά τελωνεία (1821-1827)
Η Εθνική Παλιγγενεσία το 1821 και η περίοδος του Αγώνα της Εθνικής Ανεξαρτησίας μέχρι το 1828, στηρίχθηκε και στα τελωνεία των περιοχών της Πελοποννήσου και των Σποράδων, τόσο για τη de facto άσκηση κρατικής κυριαρχίας έναντι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όσο και για τη συλλογή ζωτικών προσόδων προς χρηματοδότηση του Αγώνα.
Το Αρχείο της Εθνικής Παλιγγενεσίας και τα τεκμήρια στα Γενικά Αρχεία του Κράτους και στην Ακαδημία Αθηνών, παρέχουν εξαιρετικές πηγές μαρτυρίας για τη λειτουργία των τελωνείων ήδη από τα πρώτα επαναστατικά χρόνια και το ρόλο τους στην Προσωρινή Διοίκησης της Ελλάδας. Με βάση τη μελέτη αυτών των πηγών και συμπληρωματικών δευτερογενών, ως πρώτα ελληνικά τελωνεία ή τόποι με αρχική τελωνειακή λειτουργία, καταγράφονται τα τελωνεία της Μάνης (ιδιαίτερα στην Καρδαμύλη και το Λιμένι), των Μεσσηνιακών Φρουρίων, της Καλαμάτας, του Ναυπλίου, του Κατακόλου, του Πόρου, της Επιδαύρου, του Λεωνιδίου και της Σύρας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Μάνη, λόγω της ιδιαίτερης αυτονομίας που απολάμβανε επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, λειτουργούσαν οχυρά- τελωνεία των τοπικών μπέηδων με χαρακτηριστικό αυτό του Μούρτζινου στην Καρδαμύλη.
Το οχυρό Τελωνείο Μουρτζίνου στην Καρδαμύλη
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Στις 16.12.1822, εκδόθηκε η προκήρυξη για το νέο τελωνειακό καθεστώς ολόκληρης της Μάνης με την απελευθέρωση της Καλαμάτας, σύμφωνα με το οποίο διορίζονται επιστάτες των τοπικών τελωνείων, ορίζεται η τελωνειακή γραμμή, τίθενται οι βασικοί τελωνειακοί κανόνες και επιβολής δασμών καθώς και ο η δίωξη του λαθρεμπορίου. Αργότερα, το 1830, στον Πειραιά η παλιά οθωμανική δογάνα (τελωνείο) αποτελεί το πρώτο ελληνικό τελωνείο του λιμένα.
Η προκήρυξη για το τελωνειακό καθεστώς στη Μάνη, 16.12.1822
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Την περίοδο αυτή, δημοσιεύονται και τα πρώτα τελωνειακά νομοθετήματα: Ο νόμος 27 περί δασμού (28.7.1823) είναι ο πρώτος τελωνειακός νόμος που εκδίδεται στην επαναστατημένη Ελλάδα, προσδιορίζοντας τους δασμούς στα εισερχόμενα και εξερχόμενα είδη, τον τρόπο πληρωμής και τις ειδικότερες συνθήκες επιβολής εντός της χώρας.
Τα τελωνεία της Ελληνικής Πολιτείας (1828-1832)
Το πρώτο διεθνώς αναγνωρισμένο ελληνικό κράτος (1830) περιλαμβάνει την Πελοπόννησο, τις Κυκλάδες, την Αττικοβοιωτία και το μεγαλύτερο μέρος της Στερεάς Ελλάδας. Στα ήδη λειτουργούντα από τα επαναστατικά χρόνια τελωνεία, προστίθενται νέα στη Στερεά Ελλάδα, κατόπιν σχετικής εισήγησης ήδη από το 1829 έτσι ώστε να διασφαλιστεί η επιτήρηση της τελωνειακής επικράτειας στο δυτικό (τελωνείο Μακρυνόρος) και στο ανατολικό (τελωνείο γέφυρας Αλαμάνας) τμήμα της Στερεάς Ελλάδας.
Το 1828, λαμβάνει χώρα και ένα γεγονός θεμελιώδους σημασίας για την τελωνειακή λειτουργία: Με το Ψήφισμα ΙΑ΄(28.7.1828) καταργείται η μέχρι τότε διοικητική πρακτική της μίσθωσης των δασμών σε ιδιώτες και εμπεδώνεται έτσι η θεσμική λειτουργία των τελωνείων ως μηχανισμών διασφάλισης των δημοσίων εσόδων όχι μόνο της Ελληνικής Πολιτείας του 1828 αλλά και του νεοελληνικού κράτους όπως αναγνωρίστηκε διεθνώς το 1830. Η κατάργηση της μίσθωσης των δασμών οδήγησε τα επόμενα χρόνια σε σημαντική αύξηση των εν λόγω δημοσίων εσόδων. Η κατάργηση των επιπρόσθετων δασμολογικών επιβαρύνσεων για εμπορεύματα υπό διαμετακόμιση στη Σύρο και στο Ναύπλιο καθιέρωσε στην πράξη ένα ενιαίο τελωνειακό έδαφος στο νέο κράτος.
Συμβατικά, ως συστατική πράξη των ελληνικών τελωνείων του διεθνώς αναγνωρισμένου νεοελληνικού κράτους, και πρώτος τελωνειακός κώδικας θεωρείται το Ψήφισμα ΙΔ΄ του 1830 περί τελωνίων, συμπίπτει χρονικά με το έτος διεθνούς αναγνώρισης της ανεξαρτησίας του νεοελληνικού κράτους. Μάλιστα, οι δυο αυτές νομικές πράξεις δημοσιεύτηκαν στον ίδιο φύλλο της Γενικής Εφημερίδος της Ελλάδος (Αριθ. 32/Έτους Ε΄, 26.4.1830).
Ψήφισμα ΙΔ΄ του 1830 περί τελωνίων
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Το πρώτο καθηκοντολόγιο (εγκύκλιος διαταγή της Επιτροπής της Οικονομίας αρ. 2482/25.4.1830) καθορίζει το πλαίσιο ρόλων, καθηκόντων και υποχρεώσεων των τελωνειακών, εισάγοντας συγκεκριμένους διαδικαστικούς κανόνες έναντι των υπόχρεων προς δήλωση στο τελωνείο τόσο για τη μεταφορά, φόρτωση και εκφόρτωση των εμπορευμάτων, όσο και για την εσωτερική λειτουργία των τελωνείων (πχ., ταμειακή διαχείριση). Ο πρώτος τελωνειακά «ελεύθερος» λιμένας στην Ύδρα (Ψήφισμα 12 της 12.3.1830) περί τελωνειακής απαλλαγής του λιμένα της Ύδρας, ενώ πρώτος τελώνης Ύδρας διορίζεται το μέλος της Φιλικής Εταιρείας, Γεώργιος Σέκερης. Στον Πειραιά, μετά το πρώτο πολεοδομικό σχέδιο του Πειραιά (1834), οικοδομείται το πρώτο δημόσιο κτήριο που στέγασε το τελωνείο (1835) στην περιοχή πλησίον του ιερού ναού του Αγίου Νικολάου.
Τελωνείο Πειραιά, 1837
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Τα τελωνεία την οθωνική περίοδο (1833-1862)
Το 1834 (25.1.) θεμελιώνονται τα κτήρια του Τελωνείου και των αποθηκών του στην Ερμούπολη της Σύρου, κτήρια εμβληματικά και ίσως τα πρώτα δημόσια κτήρια της νεότερης Ελλάδας. Η συγκεκριμένη εξέλιξη αποτυπώνει το ειδικό βάρος της Σύρου στο διαμετακομιστικό εμπόριο του νεοσύστατου κράτους και το διοικητικό βάρος της στην τελωνειακή διοίκηση, καθώς αποτελούσε έδρα μίας εκ των πρώτων Τελωνειακών Επιθεωρήσεων, έχοντας την ευθύνη εποπτείας μεγάλου μέρους των τελωνειακών αρχών της νησιωτικής χώρας και της ανατολικής ακτής της Πελοποννήσου. Το 1835, ιδρύονται καταστήματα διαμετακομίσεως στο Ναύπλιο και την Πάτρα, αποτελώντας μαζί με τα τελωνεία Πειραιά, Ερμούπολης και Ύδρας τους κυριότερους τελωνειακούς κόμβους της χώρας.
Τελωνείο Σύρου (Ερμούπολη)
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Το 1836, θεσπίζεται ο πρώτος ολοκληρωμένος οργανισμός των περιφερειακών τελωνειακών αρχών. Το Διάταγμα περί διοργανισμού της εξωτερικής Τελωνειακής Διευθύνσεων (ΦΕΚ 51, 26.9.1836) αποτελεί σημαντικό ορόσημο στην ιστορική εξέλιξης της Τελωνειακής Υπηρεσίας, περιλαμβάνοντας και το συνολικό Πίνακα των τελωνειακών καταστημάτων της χώρας. Η εξωτερική τελωνειακή υπηρεσία συγκροτείται από 25 τελωνεία και τα αναγκαία υποτελωνεία, τελωνειακούς σταθμούς και φυλακεία. Προβλέπεται, επίσης, ο διορισμός δυο ανώτερων τελωνειακών επιθεωρητών για την επιτήρηση των εξωτερικών τελωνειακών υπαλλήλων με έδρα στη Σύρο και στην Πάτρα.
Διάταγμα περί διοργανισμού της εξωτερικής Τελωνειακής Διευθύνσεως
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Το 1842, με το νόμο 2928, ορίζεται ο πρώτος συστηματικός Οργανισμός των Τελωνείων του Κράτους (το 1845 αντικαθίσταται με το ν. 602), πρόδρομος του μετέπειτα Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα του 1910 και του 2001. Το ίδιο έτος, δημοσιεύεται το Διάταγμα 2928 που συνιστά τον πρώτο θεσμικό τελωνειακό χάρτη της χώρας, ορίζοντας τη διάταξη και διαίρεση των τελωνείων και τα καθήκοντα των τελωνειακών. Οι έξι τελωνειακές περιφέρειες της χώρας («τμήματα») είναι αυτές του Πειραιά, της Σύρας, της Ναυπλίας, των Καλαμών, των Πατρών και του Μεσολογγίου.
Ο πρώτος συστηματικός Οργανισμός Τελωνείων, 1842
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Το 1844 ανεγείρονται οι δημόσιες αποθήκες του Τελωνείου Πειραιά και το 1859 κτίζεται το νέο Τελωνείο προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι αυξανόμενες διαμετακομιστικές και εμπορικές ανάγκες της πόλης. Το 1845 καταγράφεται το πρώτο νομοθέτημα για τη σύσταση και λειτουργία της Τελωνοφυλακής (« Σώμα των Τελωνοφυλάκων») και το 1862 θεσπίζεται ο διοργανισμός της. Το 1857 θεσπίζεται το πρώτο αναλυτικό τελωνειακό δασμολόγιο (νόμος ΥΛΓ΄). Το 1859 συστήνεται το Τελωνείο Αθηνών.
Μέχρι και το 1862, τα τελωνεία αποτελούν τα κυριότερα κρατικά όργανα είσπραξης δημοσίων εσόδων, τελωνειακών και μη (υγειονομικά, λιμενικά, ναυτιλιακά, έγγειοι φόροι κ.ά.). Η διάκριση των τελωνειακών εσόδων ανά τελωνειακό καθεστώς ή πεδίο, παρέχει χρήσιμα στοιχεία για την επιμέρους συμβολή των τελωνείων της χώρας στην εισαγωγή, στην εξαγωγή, στη διαμετακόμιση και τον κολασμό της λαθρεμπορίας. Τα σημαντικότερα εισαγωγικά τελωνεία είναι η Σύρος, η Πάτρα, ο Πειραιάς και η Αθήνα. Τα κυριότερα εξαγωγικά τελωνεία είναι η Πάτρα και η Καλαμάτα, και έπονται σε απόσταση το Κατάκολο, η Σύρα, ο Πειραιάς, η Θήρα και η Βόνιτσα. Το σημαντικότερο διαμετακομιστικό τελωνείο είναι η Σύρα, ενώ καταγράφεται σχετική δραστηριότητα στον Πειραιά, την Αθήνα, το Ναύπλιο και την Ύδρα.
Τα τελωνεία την περίοδο του εκσυγχρονισμού (1863-1911)
Η ενσωμάτωση των Ιονίων Νήσων αναδιατάσσει εκ νέου τον τελωνειακό χάρτη της χώρας. Με το Διάταγμα «περί εφαρμογής της τελωνειακής νομοθεσίας εν Επτανήσω» (ΦΕΚ 56Α/24.12.1964) καθορίζεται η ενσωμάτωση της περιοχής στο εθνικό τελωνειακό έδαφος και η ισχύς των τελωνειακών και δασμολογικών μέτρων της λοιπής επικράτειας αλλά και η εφαρμογή ειδικών ρυθμίσεων για την επιβολή δασμών συγκεκριμένων προϊόντων κατά την εξαγωγή (πχ., οίνος) και τη μεταφορά προϊόντων από τα Ιόνια στη λοιπή επικράτεια (άλας). Την ίδια χρονιά, το 1964, δημοσιεύεται το Διάταγμα «περί εγκαταστάσεως Οικονομικών Αρχών Εν Επτανήσω» (ΦΕΚ 56Α/24.12.1964), σύμφωνα με το οποίο εγκαθίστανται τελωνεία σε όλα τα βασικά νησιά του συμπλέγματος αλλά και υποτελωνεία και τελωνειακοί σταθμοί τόσο σε λιμένες των κύριων νησιών όσο και στα μικρότερα νησιά (πχ., Οθωνοί).
Διάταγμα «περί εγκαταστάσεως Οικονομικών Αρχών Εν Επτανήσω»
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Η Πάτρα κατέχει ιδιαίτερο κεφάλαιο σε αυτή την ιστορική περίοδο ως «πρωτεύουσα της σταφίδας». Αυτός ο ρόλος της Πάτρας ως κέντρου της σταφιδικής οικονομίας ευνοείται ακόμα περισσότερο από την αρχική εγκατάσταση βιομηχανία, τη λειτουργία του σιδηροδρόμου το 1887 και τη διάνοιξη της διώρυγας του Ισθμού το 1893. Εδώ λειτουργεί το κέντρο συγκέντρωσης του προϊόντος από την ενδοχώρα δια θαλάσσης, μέσω ιστιοφόρων που την διασυνδέουν με τις πόλεις-σκάλες των παραλιών της Πελοποννήσου. Το σύμπλεγμα της σταφιδικής οικονομίας δεν είναι μόνο παραγωγικό και μεταφορικό αλλά και τελωνειακό. Τελωνεία, υποτελωνεία, τελωνειακοί σταθμοί και φυλάκια, καθώς και αποθήκες διαμετακόμισης, συνθέτουν ένα πυκνό πλέγμα τελωνειακών συνδέσεων και λειτουργιών που διασφαλίζει την επιτήρηση των εμπορευμάτων και την είσπραξη των δημοσίων εσόδων. Δηλωτικό στοιχείο του σημαντικού τελωνειακού ρόλου της Πάτρας είναι ότι αυτή αποτελεί έδρα της μίας εκ των πρώτων Τελωνειακών Επιθεωρήσεων της χώρας, αρμόδια για όλη την –τότε- «Δυτική Πλευρά του Βασιλείου».
Τελωνείο Πατρών
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Επόμενο ορόσημο το 1881 με την ένταξη και της Θεσσαλίας και τμημάτων της Στερεάς Ελλάδας στον εθνικό κορμό και επομένως στο νέο εθνικό τελωνειακό έδαφος. Με το Διάταγμα του 1882 «περί συστάσεως τελωνειακών αρχών» (ΦΕΚ 17α/24.3.1882) συστήνονται τελωνειακές μονάδες όλων των επιπέδων σε όλες τις καθιερωμένες τελωνειακές διαβάσεις της περιοχής, όπως τις περιγράφει ο Νικόλαος Σχινάς στο μνημειώδες έργο του για τη νέα οροθετική γραμμή της Θεσσαλίας το 1886. Ο Βόλος κατέχει ξεχωριστή θέση σε αυτή τη νέα πραγματικότητα με τελωνείο α΄ τάξης και διαμετακόμιση, πόλη που γίνεται το κύριο εξαγωγικό λιμάνι των θεσσαλικών σιτηρών και γνωρίζει αξιόλογη βιομηχανική ανάπτυξη.
Τελωνείο Βόλου
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Στη Λαυρεωτική με την εκεί ανάπτυξη της μεταλλευτικής οικονομίας, η περιοχή καθίσταται ένα από τα σπουδαιότερα μεταλλευτικά- μεταλλουργικά κέντρα της Ευρώπης. Το 1868 συστήνεται τελωνειακή αρχή στο Λαύριο (ΦΕΚ 28Α/18.6.1868) και είναι χαρακτηριστικό ότι το 1899 καταγράφονται οι αφίξεις 231 ατμόπλοιων. Νέες εμπορικές συνθήκες και ευρύτερα νέες οικονομικές πραγματικότητες, επιβάλλουν τη θέσπιση νέου τελωνειακού δασμολογίου το 1884 (ΦΕΚ 216Α/26.5.1884). Το δασμολόγιο αυτό διακρίνει για πρώτη φορά τα εισαγόμενα προϊόντα σε κατηγορίες, ανάλογα με το ρόλο που παίζουν στην παραγωγή, επιβαρύνοντας με υψηλούς δασμούς τα εισαγόμενα βιομηχανικά προϊόντα και θεσπίζοντας για τα προϊόντα διατροφής και τις βιομηχανικές πρώτες ύλες χαμηλότερους δασμούς.
Τελωνείο Λαυρίου
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Ο κομβικός ρόλος του Πειραιά αναβαθμίζεται και εξειδικεύεται τελωνειακά. Το 1877, ιδρύεται το Β΄ Τελωνείο Πειραιά σε ένα κτήριο δίπλα στη θάλασσα απέναντι από το σταθμό ΣΠΑΠ και το 1880 ιδρύεται το Γ΄ Τελωνείο Εξαγωγής στην πλατεία Καραϊσκάκη. Το 1882-3 κατασκευάζεται η γραμμή του ιπποσιδηροδρόμου από το σταθμό Πειραιά ως το Τελωνείο (κεντρικό τελωνείο Αγίου Νικολάου). Το 1911 ολοκληρώνονται οι εργασίες κατασκευής του νέου Τελωνείου Καλαμών, σημαντικής τελωνειακής θέσης για την επιτήρηση του ολόκληρου του μεσσηνιακού κόλπου και της Δυτικής Μάνης.
Τελωνείο Καλαμάτας
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Όλες οι παραπάνω εξελίξεις, καθιστούν αναγκαία την επικαιροποίηση και αναδιάταξη της τελωνειακής διαίρεση της χώρας. Το κράτος διαιρείται τώρα σε 37 τελωνειακά διαμερίσματα που περιλαμβάνουν τελωνεία (διακρινόμενα σε τρείς τάξεις), υποτελωνεία (διακρινόμενα επίσης σε τρείς τάξεις), τελωνειακούς σταθμούς και τελωνειακά φυλακεία. Επίσης, συνιστώνται αποταμιευτικά καταστήματα στα τελωνεία Βόλου, Ζακύνθου, Καλαμών, Κερκύρας, Κεφαλληνίας, Πατρών, Πειραιώς, Σύρου και Λαρίσης, και ειδικά για τα σιτηρά στα τελωνεία Ιθάκης και Λευκάδας και για το οινόπνευμα στη Θήρα, τη Λευκάδα και την Κύμη (ΦΕΚ 89Α/6.4.1889). Σε αυτό το νέο τελωνειακό χάρτη, προστίθεται και η θέσπιση του πρώτου συστηματικού καθηκοντολογίου των τελωνειακών υπαλλήλων (ΦΕΚ 164Α/23.6.1889) με εξαιρετική λεπτομερή περιγραφή των γενικών και ειδικών καθηκόντων κάθε είδους τελωνειακού υπαλλήλου (από τους τελώνες και τους ελεγκτές μέχρι τους αποθηκάριους και τους φύλακες).
Ο αρχικός αυτός εκσυγχρονισμός της χώρας την αναφερόμενη ιστορική περίοδο (ενσωμάτωση νέων περιοχών, ανάπτυξη μεταφορικών δικτύων, έργα υποδομών) στηρίχθηκε κυρίαρχα στα έσοδα των τελωνείων ως εγγυοδοτικού μηχανισμού για τη λήψη των αναγκαίων εθνικών δανείων. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά: Το 1869 δάνειο με εγγύηση τις εισπράξεις των τελωνείων Αθηνών, Πειραιώς και Πατρών. Το 1874 δάνειο με εγγύηση τις εισπράξεις ενός τρίτου του τελωνείου Σύρου. Το 1884 δάνειο με εγγύηση τα έσοδα των κυριότερων τελωνείων της χώρας, όπως του Πειραιώς, των Αθηνών, των Πατρών και της Σύρου. Τα στοιχεία για τις εισπράξεις των τελωνείων στα τέλη του 19ου αιώνα λειτουργούν και ως έμμεση πηγή για τη χωρική χαρτογράφηση της ανάπτυξης του ελληνικού εμπορίου. Τα σημαντικότερα τελωνεία από πλευράς εισπράξεων (στοιχεία 1884-1887) είναι τα εξής: Πειραιώς, Σύρου, Πατρών, Βόλου, Κερκύρας, Καλαμών, Ζακύνθου και Αθηνών.
Τα τελωνεία την περίοδο των πολέμων (1912-1948)
Το νέο κύμα ενοποίησης της χώρας το 1912-3 με τη Μακεδονία, τη Θράκη, τα Νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα (1948), διαμορφώνει εκ νέου τον τελωνειακό χάρτη της χώρας. Η περίοδος αυτή περιλαμβάνει και τρία ακόμα – κομβικής σημασίας- τελωνειακά κεφάλαια στην ιστορία της χώρας που σηματοδοτούν και τα ιστορικά όρια του τελωνειακού εδάφους της Μεγάλης Ελλάδας: Η ελληνική (τελωνειακή) διοίκηση επεκτείνεται πια σε όλη τη Θράκη και την περιοχή της Σμύρνης (1918-1922) καθώς και στην περιοχή της Κορυτσάς (1940-1941). Όπως σε κάθε νέο κύμα ενοποίησης, έτσι και τώρα ο νέος τελωνειακός χάρτης συνοδεύεται από νέες εξελίξεις στην εσωτερική οργάνωση των τελωνειακών αρχών, τη σύσταση νέων ειδικών τελωνείων, τη θέσπιση κωδικοποιήσεων και νέων διαδικασιών λόγω και της ανάπτυξης των μεταφορικών δικτύων.
Το 1917 θεσπίζεται ο νέος Οργανισμός των Τελωνείων: Τελωνειακή διαίρεση της χώρας, διάκριση των τελωνειακών αρχών, υπαγωγή του τελωνειακού προσωπικού στη Διεύθυνση Έμμεσων Φόρων και Μονοπωλίων, ειδικό καθεστώς για το προσωπικό και τις αρμοδιότητες των τελωνείων Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, δικαιώματα εκτέλεσης τελωνειακών εργασιών, τελωνειακές αμφισβητήσεις, κωδικοποίηση και εξουσιοδοτικές διατάξεις για τη ρύθμισης επιμέρους θεμάτων, αποτελούν τα βασικά πεδία κανόνων του Οργανισμού.
Το 1918 θεσπίζεται ο πρώτος Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας (ν. 1165), ένα από τα μακροβιότερα τελωνειακά νομοθετήματα της χώρας. Διαρθρώνεται σε 18 κεφάλαια και 144 άρθρα, θεσπίζοντας το κανονιστικό πλαίσιο για τις θεμελιώδεις τελωνειακές αρχές και ορισμούς, την άφιξη και τα δηλωτικά εισαγωγής, τις διασαφήσεις εισαγωγής και τελωνισμού, τη διαμετακόμιση, τα αζήτητα εμπορεύματα, τις ελεύθερες ζώνες, τα δικαιώματα υπερημερίας, τις αποσκευές επιβατών, τις τελωνειακές ζώνες επιτήρησης, τις τελωνειακές παραβάσεις και τη λαθρεμπορία.
Επέκταση του εθνικού τελωνειακού εδάφους συνεπάγεται και εγκατάσταση των ελληνικών αρχών. Στη Μακεδονία, υπό τον επικεφαλής της προσωρινής διοίκησης Κωνσταντίνο Ρακτιβάν, υπουργό Δικαιοσύνης – αντιπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης, συγκροτείται η Γενική Διοίκηση Μακεδονίας με δέκα προξενικούς, δυο δικαστικούς και πέντε τελωνειακούς υπαλλήλους . Η οργάνωση της τελωνειακής υπηρεσίας έχει βαρύνουσα σημασία για τη μετάβαση της περιοχής στο νέο τελωνειακό καθεστώς, την εποπτεία του εμπορίου και τη δίωξη της λαθρεμπορίας.
Το τελωνείο Θεσσαλονίκης αποτελεί πια ένα από τα εμβληματικά και κρίσιμα τελωνεία της ελληνικής επικράτειας με το κτήριο στέγασής του («Μέγαρο Τελωνείου») να αποτελεί και αρχιτεκτονικό τοπόσημο. Το 1914 ιδρύεται η ελεύθερη ζώνη Θεσσαλονίκης και η τελωνειακή επιτήρηση και διαχείρισή της ανατίθεται σε αυτοτελές τελωνείο.
Τελωνειακό Μέγαρο Θεσσαλονίκης
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Ειδικό τελωνειακό έδαφος της χώρας αποτελεί το Άγιο Όρος (χερσόνησος του Άθω) όπως περιήλθε στο ελληνικό κράτος με τις διεθνείς συνθήκες τερματισμού των πολέμων 1912-1922. Το έδαφος αυτό απολαμβάνει ειδικής συνταγματικής προστασίας στη χώρα μας, ειδικής αναγνώρισης στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ως αυτοδιοίκητο έδαφος έχει πρόσβαση σε τελωνειακά πλεονεκτήματα και ειδικές τελωνειακές διαδικασίες (ΦΕΚ 309Α/16.9.1926).
Τελωνείο Σμύρνης (1919-1922)
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Τα νέα σύνορα συνεπάγονται νέα μεθοριακά τελωνεία, πύλες εισόδου-εξόδου από τη χώρα, τελωνειακές μονάδες με ειδικό ρόλο και καθήκοντα, με ιδιαίτερο ιστορικό αποτύπωμα. Η ανάγκη διαμόρφωσης και των συγκεκριμένων τελωνείων (μαζί με αυτά των νησιών) με όρους όχι μόνο τελωνειακής επιτήρησης και ελέγχου αλλά και ευρύτερα ως πυλών εισόδου-εξόδου με το εξωτερικό, οδηγεί στον πρώτο συστηματικό σχεδιασμό και προγραμματισμό ανέγερσης, επισκευής και διαρρύθμισης των τελωνειακών καταστημάτων της χώρας (1929-1930).
Η ανάπτυξη του σιδηροδρομικού δικτύου την περίοδο 1890-1920 και ιδιαίτερα η κατασκευή της γραμμής Πειραιώς- Συνόρων σε συνδυασμό με το σιδηροδρομικό δίκτυο της Μακεδονίας και της Θράκης, αποτελούν το νέο πεδίο δράσης της Τελωνειακής Υπηρεσίας. Έτσι, θεσπίζεται το 1923 ο πρώτος κανονισμός της τελωνειακής υπηρεσίας «επί της διά σιδηροδρόμων εισαγωγής, εξαγωγής, διαμετακομίσεως και μεταφοράς» (ΦΕΚ 82Α/28.3.1923). Ο κανονισμός είναι ιδιαίτερα αναλυτικός, αποτελείται από τριάντα άρθρα και περιλαμβάνει υποδείγματα δηλωτικού εισαγωγής εμπορευμάτων, δηλωτικού εισαγωγής αποσκευών επιβατών, φύλλου πορείας και αποδείξεως παραλαβής υπό του σιδηροδρόμου υποκείμενων εμπορευμάτων.
Τελωνειακό γραφείο & σιδηρόδρομος
Πηγή: ΑΑΔΕ (2020)
Την περίοδο αυτή αρχίζει να αναπτύσσεται και η αεροπορική μεταφορά στη χώρα μας, εγκαινιάζοντας έτσι ένα νέο κεφάλαιο και στην τελωνειακή ιστορία. Το 1931 ιδρύεται το πρώτο αεροδρόμιο της χώρας στο Τατόι (Δεκέλεια)και ακολουθούν τα αεροδρόμια στο Ηράκλειο (1935) και στο Χασάνι/Ελληνικό (1938). Η πρώτη τελωνειακή νομοθετική και κανονιστική πλαισίωση της αεροπορικής μεταφοράς αναφέρεται στο ν. 5017/1931 και στο β.δ. 14/21.10.1937. Οι πρώτοι τελωνειακοί αερολιμένες λειτουργούν στη Θεσσαλονίκη, τα Ιωάννινα και την Αθήνα, ενώ οι πρώτες τελωνειακές υδροσκάλες λειτουργούν στη Θεσσαλονίκη, την Κέρκυρα, την Πάτρα, το Παλαιό Φάληρο, την Ερμούπολη, τη Σούδα, το Ηράκλειο, το Μιράμπελλο/Άγιος Νικόλαος και τη Μυτιλήνη.
Ιδιαίτερο κεφάλαιο της τελωνειακής ιστορίας αυτής της περιόδου είναι και η σωματειακή δράση των τελωνειακών υπαλλήλων. Το 1924, δημοσιεύεται το καταστατικό της Λέσχης Τελωνειακών Υπαλλήλων Πειραιώς, το 1933 φαίνεται να λειτουργεί ήδη η Πανελλήνια Ένωση Τελωνειακών Υπαλλήλων και το 1945 δημοσιεύεται το καταστατικό της Ενώσεως Τελωνειακών Υπαλλήλων Αθηνών-Πειραιώς.
Η τελωνειακή ιστορική περίοδος 1912-1948 «κλείνει» ακριβώς όπως «άνοιξε», δηλαδή με επέκταση του εθνικού τελωνειακού εδάφους λόγω προσάρτησης της Δωδεκανήσου. Με το ν. 518/1948 διευρύνεται το τελωνειακό έδαφος και καθορίζεται η νέα οροθετική γραμμή και με το ν. 547/1948 συγκροτείται η Γενική Διοίκηση Δωδεκανήσου με εκτεταμένη τελωνειακή παρουσία στα κύρια και δευτερεύοντα (από πλευράς έκτασης και πληθυσμού) νησιών της περιοχής.
Τα τελωνεία τη μεταπολεμική περίοδο (1949-2020)
Η λεγόμενη και «μεταπολεμική περίοδος» σηματοδοτεί και για την τελωνειακή ιστορία ένα νέο πεδίο (πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό) με σημαντικές επιδράσεις από τον τελωνειακό χάρτη και την οργάνωση των τελωνειακών μονάδων μέχρι τον εξευρωπαϊσμό, τον εκσυγχρονισμό και τη ψηφιοποίηση των τελωνειακών διαδικασιών. Ήδη από τις αρχές της νέας περιόδου, τίθεται σε κίνηση μια άλλη θεμελιώδης δύναμη που έμελλε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και εξέλιξη της τελωνειακής υπηρεσίας, αυτή της διεθνούς και ευρωπαϊκής συνεργασίας. Σε διεθνές επίπεδο, η Ελλάδα αποτελεί μια από τις ιδρυτικές χώρες του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας που ιδρύθηκε το 1950 (σημερινός Παγκόσμιος Οργανισμός Τελωνείων) και αποτελεί έναν εκ των κυριοτέρων μεταπολεμικών διεθνών οργανισμών. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στις 21.3.1960 εκκίνησε η διαπραγμάτευση για τη Συμφωνία Σύνδεσης της Ελλάδας με την τότε ΕΟΚ που οδήγησε στην υπογραφή της σχετικής Συμφωνίας στην Αθήνα, στις 9.7.1961. Η Συμφωνία προβλέπει τη δημιουργία τελωνειακής ένωσης, την εναρμόνιση της πολιτικής των δυο μερών στον οικονομικό, εμπορικό και γεωργικό τομέα (κυρώθηκε με το ν.4662/1962).
Με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, η ελληνική κυβέρνηση καταθέτει επίσημα, στις 12.6.1975, αίτηση για την ένταξη της χώρας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες. Ακολουθούν οι διαπραγματεύσεις (με ένα εκ των βασικότερων κεφαλαίων να είναι το δασμολογικό) και υπογράφεται η Συνθήκη Προσχωρήσεως στις 28.5.1979 με ισχύ από 1.1.1981 με την Ελλάδα να καθίσταται το 10ο κράτος- μέλος των ΕΚ. Οι εξελίξεις αυτές ασκούν άμεση επίδραση στο τελωνειακό πεδίο. Το ελληνικό τελωνειακό έδαφος αποτελεί πλέον αναπόσπαστο τμήμα του τελωνειακού εδάφους της ΕΚ και ενεργοποιείται έτσι η δυναμική επίδρασης τόσο της εσωτερικής αγοράς με ελευθερία κίνησης και των εμπορευμάτων όσο και της κοινής εξωτερικής διάστασης ως προς τις τελωνειακές διαδικασίες-πρακτικές και τη δασμολογική πολιτική.
Το 1977, η Τελωνειακή Υπηρεσία αναβαθμίζεται οργανωτικά και συνιστά τη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων του Υπουργείου Οικονομικών (ΦΕΚ 209Α/30.7.1977). Η ευρεία και απαιτητική διαδικασία προσαρμογής της τελωνειακής και δασμολογικής πολιτικής με το νέο θεσμικό περιβάλλον της ΕΚ (και μάλιστα υπερνομοθετικής ισχύος) στηρίζεται στο ν. 1402/1983 («Προσαρμογή της Τελωνειακής και Δασμολογικής Νομοθεσίας στο Δίκαιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων»). Το 1987 καθιερώνεται το Ενιαίο Διοικητικό Έντυπο (ΕΔΕ) που αποτελεί πλέον για όλα τα κράτη-μέλη των ΕΚ το κοινό τυποποιημένο βασικό έγγραφο τελωνειακής δήλωσης («διασάφηση») με σκοπό τόσο την ομοιόμορφη εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας όσο και την προετοιμασία μετάβασης στη μηχανογράφηση των τελωνειακών διαδικασιών.
Επόμενο εξελικτικό στάδιο αποτελεί η καθιέρωση της ενιαίας εσωτερικής αγοράς το 1993. Τα τελωνεία δεν παρεμβαίνουν πια στα ενδο-κοινοτικά σύνορα (κατάργηση των εσωτερικών τελωνειακών συνόρων), εξακολουθούν όμως να ασκούν τις παραδοσιακές αρμοδιότητές τους στα εξωτερικά σύνορα (δηλαδή στα σύνορα με τρίτες χώρες εκτός ΕΕ). Το νέο διεθνές και ευρωπαϊκό περιβάλλον παράγει απαιτήσεις για ομοιογένεια, αποτελεσματικότητα, διαφάνεια και προβλεψιμότητα των τελωνειακών διαδικασιών και έτσι καθιερώνεται για πρώτη φορά ο Κοινοτικός Τελωνειακός Κώδικας (Καν. 2913/1992).
Το 2001, θεσπίζεται ο νέος Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας σε αντικατάσταση του αντίστοιχου του 1918. Ο νέος αυτός Κώδικας επιβλήθηκε λόγω των εξελίξεων από το 1992-3 με τη θέσπιση του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα και την αναγκαία προσαρμογή της όποιας εθνικής τελωνειακής ύλης σε νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο. Η προώθηση των σύγχρονων μεθόδων εργασίας στο τελωνειακό πεδίο, επιβάλλει και την αντίστοιχη οργανωτική εξέλιξη. Έτσι, συστήνεται η Διεύθυνση του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Τελωνείων το 2003 (ΦΕΚ 221Α/17.9.2003) που λειτουργεί και ως «πρότυπο Τελωνείο» στο χώρο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων. Το ίδιο έτος, κυρώνεται με το ν. 3141/2003 η Διεθνής Σύμβαση για την απλούστευση και εναρμόνιση των τελωνειακών καθεστώτων, εισάγοντας έννοιες και προσεγγίσεις που επηρεάζουν τη μετέπειτα εξέλιξη των τελωνειακών διαδικασιών σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το 2007 ιδρύεται το Μουσείο του Τελωνείου Βόλου, το μοναδικό τελωνειακό μουσείο της χώρας, εκθέτοντας ποικίλα και εντυπωσιακά τεκμήρια, όπως πλάστιγγες, όπλα, στολές, σφραγίδες, γραφομηχανές, συσκευές επικοινωνίας, τη σημαία του Τελωνείου Σμύρνης και άλλα ιστορικής αξίας αντικείμενα που αναδεικνύουν τόσο τη διαχρονική εξέλιξη του τελωνειακού θεσμού όσο και τη συμβολή του στην εθνική οικονομία και κοινωνία.
Το 2011-2012 τίθεται σε παραγωγική λειτουργία το ηλεκτρονικό περιβάλλον των ελληνικών τελωνείων και αρχίζει μια νέα εποχή διεκπεραίωσης των τελωνειακών διαδικασιών με ηλεκτρονικά μέσα. Σταδιακά, ολόκληρες τελωνειακές λειτουργίες (πχ., η συνήθης εξαγωγή) διεκπεραιώνονται ηλεκτρονικά χωρίς να απαιτείται η φυσική παρουσία και συναλλαγή του εξαγωγέα ή του αντιπροσώπου του με το τελωνείο. Η τάση αυτή της πλήρους ηλεκτρονικοποίησης των τελωνειακών διαδικασιών επικυρώνεται στο ευρωπαϊκό περιβάλλον με την υιοθέτηση του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα (Κανονισμός 952/2013) και το πρόγραμμα της ΕΕ για τα ηλεκτρονικά τελωνειακά συστήματα.
Το 2017, η Τελωνειακή Υπηρεσία συγκροτημένη ως Γενική Διεύθυνση Τελωνείων & Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης αποτελεί μια από τις βασικές οργανωτικές μονάδες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ).
Η εξέλιξη αυτή συνιστά αλλαγή παραδείγματος για το ρόλο της τελωνειακής υπηρεσίας αφού «αποσυνδέεται» από το Υπουργείο Οικονομικών και εντάσσεται σε ένα νέο περιβάλλον εκτελεστικής εξουσίας. Η ΑΑΔΕ διαμορφώνει στρατηγικό και επιχειρησιακό σχέδιο, σχέδιο μεταρρυθμίσεων και στρατηγική ψηφιοποίησης, εντάσσοντας έτσι την τελωνειακή διοίκηση σε ένα νέο οργανωτικό πρότυπο.
ΠΗΓΕΣ- ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΑΔΕ, 1830-2020- 190 ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΕΛΩΝΕΙΑ (επιμέλεια και συγγραφή κειμένων: Δ. Μπουρίκος), ΑΑΔΕ, Αθήνα 2020.
Βουλή των Ελλήνων, Αρχείο Ελληνικής Παλιγγενεσίας.
Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχειομνήμων.
Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης & Ηλεκτρονικής Πληροφόρησης, Θεματική έκθεση Ελληνικά Τελωνεία 190 έτη θεσμικού βίου, Αθήνα 2020.
Μπουρίκος, Δ., 190 χρόνια ελληνικής τελωνειακής ιστορίας (1830-2020), Ιστορία Εικονογραφημένη, τχ 636, Ιούνιος 2021.
Μπουρίκος, Δ., Η Θεσσαλονίκη και η Μακεδονία μέσα από την τελωνειακή ιστορία (1881-1923), ertnews.gr, Ιούνιος 2022.
Μπουρίκος, Δ., Πάτρα. Ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο της τελωνειακής ιστορίας, Εφ. Πελοπόννησος/ Ένθετο Επιλογές, 7.11.2021
Παπαϊωάννου, Ι., ΤΕΛΩΝΕΙΑ. Από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα. Διαχρονική εξέλιξη, έκδοση 2ης Ένωσης Τελωνειακών Υπαλλήλων Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 2001.
www.ertnews.gr
Διαβάστε περισσότερα… Read More